Ο Γιάννης Παλαμιώτης γράφει για ένα ακόμα μαγευτικό μέρος της Χαλκιδικής που παραδίδεται αλματωδώς στη δίνη της εκμετάλλευσης.
Πάτησα για πρώτη φορά το πόδι μου στις λιχουδιές της Σιθωνίας προ 25ετίας περίπου, στην ακμή του ραγδαία ανερχόμενου τουρισμού.
Αρχικά «ανακάλυψα» τις Καβουρότρυπες κι ύστερα από κάνα δυο καλοκαίρια το Κριαρίτσι, πάντα με τη συνδρομή εποχούμενων φίλων, αφού δεν αξιώθηκα ν’ αποκτήσω αμάξι, ούτε καν δίπλωμα οδήγησης.
Η δυσκολία εντοπισμού κι εξερεύνησης των περιοχών αυτών απ’ τους αμύητους τις άφηνε επί χρόνια στη μαγευτική μακαριότητά τους, ώσπου διανοίχτηκαν άνετα μονοπάτια, πρώτα στις Καβουρότρυπες, με τα γνωστά επακόλουθα:
καντίνες, ξαπλώστρες, πολυκοσμία κι αυξανόμενη περιέργεια.
Τώρα ήρθε η σειρά του Κριαριτσίου, όπου ξεκαλοκαίριαζαν παρέες γυμνιστών, μερικοί ευκαιριακοί ταξιδευτές για να περιεργαστούν από κοντά το τοπίο, αφού πρώτα έπρεπε να λύσουν επιτυχώς τον γρίφο των κατηφορικών και συμπλεκόμενων μεταξύ τους μονοπατιών, όλως παραδόξως ασφαλτοστρωμένων, καθώς κι οι μόνιμοι επισκέπτες των δύο κάμπινγκ ή των λιγοστών δωματίων της Μαριαννής.
Αν και πέρασαν τόσα χρόνια αφότου ο φίλος Μανόλης Φουντούλης μου πρωτογνώρισε το μέρος, σχεδόν κάθε καλοκαίρι καβαλάω με την ίδια λαχτάρα το πούλμαν των ΚΤΕΛ (τι αμαρτωλό μονοπώλιο μετακίνησης κι αυτό!), υπομένω κοντά τέσσερις ώρες διαδρομής, ξέροντας ότι, ακόμα κι αν παραμείνω ελάχιστα, με περιμένουν οι πιο ιδιαίτεροι μεζέδες φυσικού κάλλους.
Από καλοκαίρι σε καλοκαίρι, οι ξελογιάστρες παραλίες του μεσαίου ποδιού παραδίδονται αλματωδώς στη δίνη της εκμετάλλευσης υπό την ανοχή, αν όχι και παρότρυνση, των ντόπιων. Μόνοι βγάζουν τα ματάκια τους, με τη συνδρομή αρμοδίων παραγόντων βεβαίως…
Μπορεί τα δωμάτια της Μαριαννής να στοίχιζαν έως τώρα λίγο παραπάνω, φέτος μάλιστα ακόμα περισσότερο καθώς ανακαινίζονται (μοιάζει ρατσιστικό, αλλά όντως οι Χαλκιδικιώτες δεν χαμπαρίζουν από φιλίες ή σταθερούς πελάτες στα οικονομικά ζητήματα), τουλάχιστον μέχρι πρότινος το τοπίο παρέμενε αμόλυντο από ηχοσυστήματα, πληρωμένες, μέσω ποτού και καφέ, ομπρέλες, αν εξαιρέσουμε το επί δεκαετίες μέγα σκάνδαλο καταπάτησης της μισής κεντρικής παραλίας από τα σταθερά εγκατεστημένα και πανάκριβα κοστολογημένα τροχόσπιτα, κυριολεκτικά πάνω στο κύμα.
Πανομοιότυπα μεταξύ τους μπαράκια άρχισαν να ξεφυτρώνουν το ένα μετά το άλλο τα τελευταία χρόνια σε σημεία παραθαλάσσιας εποπτείας, κατόπιν πλειοδοτικού, φαντάζομαι, διαγωνισμού από τον αντίστοιχο Δήμο, παρότι αποτελεί κοινό μυστικό πως ουδέποτε υπήρξαν καταθέσεις ενδιαφέροντος για ενοικίαση πέραν της… μίας! Εξάλλου, τις δύο πιο γραφικές παραλίες διεκδίκησε επιτυχώς το παρακείμενο κάμπινγκ, επειδή οι γυμνιστές που επί δεκαετίες σύχναζαν πιστά εκεί, τηρώντας σχολαστικά τα μέτρα υγιεινής και καθαριότητας, δεν άφηναν τα προσδοκόμενα οφέλη.
Το ιδιοκτησιακό καθεστώς σ’ ολόκληρη τη Χαλκιδική, ειδικότερα όμως στο 2ο πόδι, παραμένει μυστηριώδης υπόθεση για δυνατούς ή πονηρούς λύτες, όπου εμπλέκονται αβελτηρίες πολιτικών, ιδιωτικά και μοναστηριακά συμφέροντα, κρατική αβουλία κι ανομία πρωτίστως. Δεν μπορείς λ.χ. ν’ αποκτήσεις σπίτι ή οικόπεδο χωρίς «υποσημειώσεις», είτε περί εξ αδιαιρέτου μεταβίβασης είτε περί μη νόμιμης κι εσαεί κατοχής του. Μόνο όποιοι διαθέτουν γνωριμίες και χρήμα, παραβλέπουν ή παραβαίνουν τους, έτσι κι αλλιώς, διάτρητους ή ανεφάρμοστους νόμους.
Αποτελεί πλέον γεγονός ότι η κατασκευή δρόμων κι η σταδιακή απομάκρυνση των γυμνιστών, επέφερε φέτος τα ποθητά αποτελέσματα με την οριστική εκδίωξή τους, αφού ενοχλούσαν την αισθητική κάθε μικροαστού, που μονίμως ανικανοποίητοι απ’ τη μιζέρια της καθημερινότητάς τους, θα καταφτάνουν τώρα σωρηδόν συν γυναιξί και τέκνοις για να διαταράξουν τη γαλήνη και να φαντασιωθούν τον εξωτισμό, εκπορθώντας και την τελευταία ανεξερεύνητη σπιθαμή παραδείσου, μολονότι όλοι αυτοί θα διασκέδαζαν απείρως περισσότερο σε μια πολυσύχναστη χαβούζα της Περαίας ή της Ασπροβάλτας.
Πηγή: parallaximag.gr