Ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς δεσμεύεται στη συμφωνία της G7, σύμφωνα με την οποία οι ενεργειακές προμήθειες από τη Ρωσία θα πληρώνονται μόνο σε ευρώ ή αμερικανικό δολάριο, όπως δήλωσε εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης μετά την τηλεφωνική επικοινωνία του Σολτς με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, διαψεύδοντας έτσι την προηγούμενη ανακοίνωση του Κρεμλίνου ότι οι δύο ηγέτες είχαν συμφωνήσει ότι ειδικοί θα εξέταζαν το ενδεχόμενο πληρωμής του φυσικού αερίου σε ρούβλια.
Σύμφωνα με τον Γερμανό εκπρόσωπο, ο Πούτιν είπε στον Σολτς ότι τίποτα δεν θα αλλάξει για τους Ευρωπαίους εταίρους και οι πληρωμές θα εξακολουθήσουν να γίνονται σε ευρώ και να μεταφέρονται στην τράπεζα της Gazprom, η οποία δεν επηρεάζεται από τις κυρώσεις, και στη συνέχεια θα μετατρέπονται σε ρούβλια.
“Ο Σολτς δεν συμφώνησε σε αυτή τη διαδικασία στη συζήτηση, αλλά ζήτησε γραπτές πληροφορίες για να κατανοήσει καλύτερα τη διαδικασία”, δήλωσε ο Γερμανός εκπρόσωπος, προσθέτοντας ότι η προηγούμενη συμφωνία της G7 παραμένει σε ισχύ.
Νωρίτερα, σύμφωνα με το ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων Ria Novosti, το Κρεμλίνο ανέφερε ότι ο Πούτιν ενημέρωσε τον Σολτς για την απόφαση για τη μετάβαση στις πληρωμές του φυσικού αερίου σε ρούβλια, καθώς η αλλαγή στη διαδικασία διακανονισμού του φυσικού αερίου εισάγεται επειδή τα συναλλαγματικά αποθέματα της Τράπεζας της Ρωσίας έχουν παγώσει από τα κράτη – μέλη της ΕΕ.
“Ο πρόεδρος Πούτιν ενημέρωσε τον Καγκελάριο Σολτς σχετικά με τα πλεονεκτήματα της απόφασης για τη μετάβαση στην πληρωμή του φυσικού αερίου που παρέχεται, ιδίως στη Γερμανία, σε ρωσικά ρούβλια. Η αλλαγή στη διαδικασία διακανονισμού εισάγεται επειδή τα συναλλαγματικά αποθέματα της Τράπεζας της Ρωσίας έχουν παγώσει από τα κράτη – μέλη της ΕΕ κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου”, ανέφερε προηγουμένως το Κρεμλίνο στη σχετική ανακοίνωση.
“Σημειώνεται ότι η απόφαση που εγκρίθηκε δεν πρέπει να οδηγήσει σε επιδείνωση των όρων των συμβάσεων για τις ευρωπαϊκές εταιρείες που εισάγουν ρωσικό φυσικό αέριο. Συμφωνήθηκε ότι οι εμπειρογνώμονες των δύο χωρών θα συζητήσουν περαιτέρω το θέμα αυτό”, σημείωνε το Κρεμλίνο.
Επικοινωνία Πούτιν – Ντράγκι
Η ιταλική προεδρία της κυβέρνησης, με αναφορά στην τηλεφωνική συνομιλία που είχε σήμερα το απόγευμα ο Ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, σε ανακοινωθέν της υπογραμμίζει ότι στο επίκεντρο της συνομιλίας βρέθηκε η ρωσο-ουκρανική διαπραγμάτευση και οι τελευταίες εξελίξεις της.
Η ιταλική κυβέρνηση, παράλληλα, προσθέτει: “ο Μάριο Ντράγκι υπογράμμισε την σημασία να επιτευχθεί, το γρηγορότερο δυνατό, κατάπαυση του πυρός, για να προστατευθεί ο άμαχος πληθυσμός και να στηριχθεί η διαπραγματευτική προσπάθεια. Ο Ιταλός πρωθυπουργός επανέλαβε ότι η κυβέρνηση της Ρώμης είναι διατεθειμένη να συμβάλει στην ειρηνευτική διαδικασία, αν υπάρξουν ξεκάθαρες ενδείξεις αποκλιμάκωσης από μέρους της Ρωσίας. Ο Ρώσος πρόεδρος, τέλος, περιέγραψε το σύστημα πληρωμών του ρωσικού φυσικού αερίου, σε ρούβλια. Οι δυο ηγέτες, συμφώνησαν να παραμείνουν σε επαφή”.
Γερμανία: Ενεργοποιεί το σχέδιο έκτακτης ανάγκης για το φυσικό αέριο
Εν τω μεταξύ, η Γερμανία προχώρησε νωρίτερα σήμερα σε προειδοποίηση ότι θα μπορούσε να οδηγείται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης για την παροχή φυσικού αερίου.
Τόνισε δε ότι το μέτρο έχει σχεδιαστεί για να προετοιμάσει μια πιθανή διακοπή της ροής φυσικού αερίου από τη Ρωσία.
Ο υπουργός Οικονομίας Robert Habeck ανέφερε σε δήλωση του ότι οι προμήθειες ήταν εξασφαλισμένες για την ώρα και ότι η Γερμανία παρακολουθεί στενά τις ροές με τους διαχειριστές της αγοράς.
“Παρόλα αυτά, πρέπει να αυξήσουμε τα προληπτικά μέτρα για να είμαστε προετοιμασμένοι για μια κλιμάκωση από την πλευρά της Ρωσίας.
“Με τη δήλωση της έγκαιρης προειδοποίησης, έχει συγκληθεί μια ομάδα κρίσης” αναφέρει ο Habeck σε ανακοίνωση.
Η ανακοίνωση -στο πιο ξεκάθαρο σημάδι μέχρι τώρα ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση προετοιμάζεται για διακοπή του εφοδιασμού μετά την επιβολή των πρωτοφανών κυρώσεων ως απάντηση στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία- έρχεται καθώς η Μόσχα σχεδιάζει να εισάγει έναν νέο μηχανισμό για την πληρωμή του φυσικού αερίου σε ρούβλια.
Η απαίτηση αυτή που απορρίφθηκε από τα κράτη της G7, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας, πυροδότησε ανησυχίες για διαταραχή της αγοράς.
Με βάση το υφιστάμενο σχέδιο έκτακτης ανάγκης, η πρόωρη προειδοποίηση είναι το πρώτο από τα τρία στάδια και δεν συνεπάγεται ακόμη κρατική παρέμβαση στο αέριο.
Αλλά ο υπουργός Οικονομίας Robert Habeck καλεί τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις να μειώσουν την κατανάλωση, δηλώνοντας ότι “κάθε κιλοβατώρα μετράει”.
Ο ίδιος δήλωσε ότι η ομάδα, η οποία περιλαμβάνει μέλη του υπουργείου του, τη γερμανική ρυθμιστική αρχή δικτύων και τους διαχειριστές των δικτύων, θα παρακολουθούν στενά την υπόθεση, “έτσι ώστε -εάν παραστεί ανάγκη- περαιτέρω μέτρα μπορούν να ληφθούν για να αυξηθεί η ασφάλεια των εφοδιασμού”.
Δήλωσε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου ότι οι προμήθειες φυσικού αερίου προστατεύονται προς το παρόν και ότι η Γερμανία παρακολουθεί στενά τις ροές εφοδιασμού με τους φορείς της αγοράς.
“Παρόλα αυτά, πρέπει να αυξήσουμε τα προληπτικά μέτρα για να είμαστε προετοιμασμένοι για μια κλιμάκωση από την πλευρά της Ρωσίας. Με τη διακήρυξη του επιπέδου έγκαιρης προειδοποίησης, έχει συγκληθεί ομάδα κρίσης”, τόνισε ο Habeck.
Η Ρωσία αντιστοιχεί στο 55% των γερμανικών εισαγωγών αερίου το 2021. Αν και το ποσοστό μειώθηκε στο 40% στο α΄ τρίμηνο του 2022, ο Habeck τόνισε πως η Γερμανία δεν θα πετύχει πλήρη ανεξαρτησία από τις ρωσικές προμήθειες πριν από τα μέσα του 2024.
Ποιο είναι το σχέδιο της Γερμανίας
Το Σχέδιο Έκτακτης Ανάγκης του Βερολίνου για το φυσικό αέριο προβλέπει τρία επίπεδα συναγερμού.
Το πρώτο επίπεδο, που ενεργοποίησε σήμερα η γερμανική κυβέρνηση, εφαρμόζεται όταν υπάρχουν ενδείξεις ότι είναι πιθανόν να υπάρξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης στις προμήθειες φυσικού αερίου. Το δεύτερο επίπεδο σημαίνει συναγερμό όταν η διατάραξη της προμήθειας ή η εξαιρετικά υψηλή ζήτηση επηρεάζουν την συνήθη ισορροπία, αλλά μπορεί να υπάρξει διόρθωση χωρίς παρέμβαση.
Το τρίτο επίπεδο αποτελεί κήρυξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης και ενεργοποιείται όταν τα μέτρα της αγοράς δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τις ελλείψεις. Στο επίπεδο αυτό, η ρυθμιστική αρχή του δικτύου, η Bundesnetzagentur, καλείται να αποφασίσει με ποιον τρόπο θα διανεμηθούν τα υπάρχοντα αποθέματα πετρελαίου στην χώρα.
Πηγή: capital.gr