Είναι Ελληνίδα αρχιτέκτονας και από τους ελάχιστους ανθρώπους παγκοσμίως, που μπορεί να φτιάξει από το μηδέν τον εξοπλισμό για αθλητές και αθλήτριες του boccia, ενός παραολυμπιακού αθλήματος, που παίζεται από άτομα με σπαστική τετραπληγία και μυοπάθεια. Πρόκειται για την 37χρονη Ελευθερία Καστρινάκη, απόφοιτη του τμήματος Αρχιτεκτόνων- Μηχανικών του Αριστοτελείου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης, με διδακτορικό στην ειδική αγωγή. Με «όχημα» την εταιρεία της στη Θεσσαλονίκη, την οποία ίδρυσε το 2017, εξοπλίζει με τις ράμπες της τους αθλητές κατηγορίας Bc3 (χωρίς κινητικότητα στα χέρια) πολλών εθνικών ομάδων ανά τον κόσμο και εξάγει εξοπλισμό σε κάθε γωνιά του πλανήτη. «Στον κόσμο υπάρχουν περί τις πέντε εταιρείες αντίστοιχες με τη δική μου, σε Κορέα, Αγγλία, Αμερική και Σλοβακία», επισημαίνει και υπογραμμίζει ότι η κατασκευή ραμπών για τους αθλητές του boccia είναι μια απαιτητική δουλειά, αφού «καμία δεν είναι ίδια με την άλλη και έκαστη “κουμπώνει” αποκλειστικά και μόνο στις ανάγκες του αθλητή για τον οποίο φτιάχνεται». Οι περισσότερες από 300 ράμπες για boccia Bc3 που έχει κατασκευάσει έχουν φτάσει στους αποδέκτες τους μέσω ταχυδρομείου, αφού πρώτα ταξίδεψαν πολλές χιλιάδες χιλιόμετρα. «Μόλις την περασμένη εβδομάδα έστειλα εξοπλισμό στη Χαβάη σε ένα πολύ γλυκό κοριτσάκι» γνωστοποιεί και εξηγεί ότι με τον εξοπλισμό της «παίζουν αθλητές εθνικών ομάδων από -μεταξύ άλλων- Τσεχία, Ινδία, Ελλάδα, Δανία, Ιρλανδία, Φιλανδία, Νορβηγία, Αφρική και Μαλαισία», ενώ ράμπες της έχουν φτάσει σε κράτη της Ευρώπης και των Βαλκανίων, σε ΗΠΑ, Καναδά και Αυστραλία, μέχρι και Ινδονησία, Ιαπωνία, Κίνα, Κορέα, «ακόμη και στο Reunion Island στην Καραϊβική». Ιδιαίτερη στιγμή για την ίδια ήταν όταν πριν από μερικά χρόνια έφτιαξε ράμπα για έναν Άγγλο, αθλητή πλέον, ο οποίος έχει πλήρη παράλυση και μπορεί να κουνήσει μόνο τα μάτια του και τη γνάθο του. «Το γεγονός ότι του βρήκα τρόπο να παίζει boccia είναι ανεκτίμητης συναισθηματικής αξίας για εμένα και αποτέλεσε ανακούφιση και λύτρωση για τον ίδιο που βρήκε διέξοδο», αναφέρει χαρακτηριστικά η 37χρονη, η οποία στα 16 της χρόνια ξεκίνησε τον εθελοντισμό στον Άγιο Στυλιανό στο Πανόραμα. Ήταν μαθήτρια της δευτέρας Λυκείου, όταν ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με την 62χρονη σήμερα αθλήτρια Μέλπω, που έχει γεννηθεί με κώφωση και σπαστική τετραπληγία και η οποία σύμφωνα με την ίδια, έχει πολύ χιούμορ, γελάει συνέχεια και «μαζί συμμετέχουμε σε πανελλήνιους αγώνες Boccia (η Μέλπω ως αθλήτρια και η Ελευθερία ως συνοδός-συναθλήτρια) από το 2010».
Ιδιαίτερη τιμή για την 37χρονη Ελευθερία αποτελεί, όπως λέει, το γεγονός ότι η αθλήτρια Boccia της εθνικής ομάδας της Ελλάδας, Άννα Tέντα, παίζει με δική της ράμπα, ενώ δεν λησμονεί να αναφέρει ότι η ομάδα boccia της Ελλάδας είναι από τις καλύτερες στον κόσμο και φέτος στην παραολυμπιάδα του Τόκιο, ο Έλληνας Γρηγόρης Πολυχρονίδης στέφθηκε χάλκινος και στα ζευγάρια οι Έλληνες κατέκτησαν το αργυρό μετάλλιο. Κι αυτό παρότι το άθλημα δεν είναι διαδεδομένο στην Ελλάδα, όπου οι αθλητές/αθλήτριες δεν ξεπερνούν τους 100, εκ των οποίων πέντε εκτιμάται ότι κατοικούν στη Θεσσαλονίκη. Boccia παίζουν και μπορούν να παίξουν άτομα από επτά μέχρι και 80 ετών, αναφέρει και υπογραμμίζει ότι είναι ένα διαδεδομένο άθλημα ή και χόμπι στο εξωτερικό. «Μιλάμε για άτομα που δεν μπορούν να αυτοεξυπηρετηθούν σχεδόν σε τίποτα, ούτε να φάνε μόνοι τους. Το boccia δεν είναι ένα απλό χόμπι ή και άθλημα με το οποίο ασχολούνται αυτά τα άτομα. Είναι ο λόγος για τον οποίο σηκώνονται και βγαίνουν από το σπίτι τους. Αυτό είναι αναντικατάστατο στη ζωή ενός ανθρώπου, συμβάλλει στον αυτοπροσδιορισμό του, στην αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθησή του. Ο πρωταθλητής κόσμου στο Boccia δεν μπορεί να φάει μόνος του, αλλά είναι παγκόσμια αναγνωρισμένος και αυτό είναι μοναδικό» σημειώνει.
Η κ. Καστρινάκη δηλώνει αποφασισμένη να συμβάλει στη δημοφιλία του αθλήματος με όποιο τρόπο μπορεί. Πέρυσι, εν μέσω της πανδημίας του κορονοϊού και των αυστηρών μέτρων για την αποφυγή διάδοσης της covid-19, «με προσέγγισε αθλητής Boccia της εθνικής Ιταλίας και μου ζήτησε να φτιάξω χαμηλού κόστους εξοπλισμό, στο πλαίσιο πρωτοβουλίας που ανέλαβε για να την προώθηση του boccia στη χώρα του. Έτσι έφτιαξα και προμηθεύτηκαν εξοπλισμό boccia πολλές σχολεία ειδικής αγωγής στην Ιταλία» γνωστοποιεί και λέει: «στενοχωριέμαι που στέλνω εξοπλισμό στην άκρη της γης, εξόπλισα την Ιταλία και εδώ στη χώρα μου δεν μπορώ να το κάνω. Οι άνθρωποι με αναπηρία στην Ελλάδα είναι κλεισμένοι στα σπίτια τους, έχουν ελάχιστες επιλογές δραστηριοτήτων και το Boccia είναι ένα τόσο ευχάριστο άθλημα και διασκεδαστικό, διέξοδος για άτομα που μοιάζει να μην έχουν διαφυγή».
Το ταξίδι που ξεκίνησε το 2007 και το κουβάρι που…ξεμπλέχτηκε
Στο μεταξύ, παράλληλα με τις σπουδές της στην αρχιτεκτονική, η κ. Καστρινάκη, όχι μόνο συνέχισε το εθελοντικό της έργο, αλλά διευρύνοντας τους ορίζοντές της πάνω στο κομμάτι αυτό, ανακάλυπτε ολοένα και πιο έντονα ότι η ειδική αγωγή είναι το πεδίο με το οποίο θέλει να ασχοληθεί. «Διαπίστωνα ότι αυτό το κομμάτι με τραβάει, το νιώθω οικείο, είναι σαν το σπίτι μου» λέει και προσθέτει ότι «όλα τα χρόνια, που αυτοί οι δύο τομείς βάδιζαν παράλληλα στη ζωή μου, πάντα έψαχνα τρόπο να τους συνδυάσω. Παρότι το εγχείρημα έμοιαζε με άλυτο γρίφο, ωστόσο τελικά κατάφερα να ξεμπλέξω το κουβάρι και να πετύχω την ενασχόλησή μου πάνω στον τομέα που με εκφράζει και με γεμίζει».
Η πρώτη της επαφή με το Βoccia έγινε στην Παραολυμπιάδα του 2004 στην Αθήνα, όταν η κ. Καστρινάκη συνόδεψε την 62χρονη συναθλήτριά της Μέλπω στην Αθήνα για να παρακολουθήσουν αγώνες για πέντε ημέρες. «Μετά από αυτή την επαφή μας με το boccia, τα παιδιά που συμμετείχαμε στην αποστολή, άρχισαν να παίζουν στη Θεσσαλονίκη και να προπονούνται με τη δική μου εμπλοκή στον αθλητικό σύλλογο “Αετοί Θεσσαλονίκης”». Τρία χρόνια αργότερα, δηλαδή το 2007, ζητήθηκε από την 37χρονη να συνοδέψει τη συναθλήτριά της Μέλπω ως φροντίστριά της στο δωμάτιο -τότε έπαιζε με άλλον συναθλητή- στους πανελλήνιους αγώνες στην Αθήνα. Έτσι, «είχα την ευκαιρία να δω από πολύ κοντά πως παίζεται το άθλημα και ως αρχιτέκτονας καταλάβαινα τις διαφορές στον εξοπλισμό των αθλητών που συνόδευα και αυτών της Αθήνας. «Οι αθλητές της Θεσσαλονίκης έπαιζαν με οικτρό εξοπλισμό, και επειδή δεν υπήρχε κανείς να τους τον φτιάξει, έπαιζαν μέχρι και με κομμένους σωλήνες», σημειώνει και προσθέτει: «εκείνη ακριβώς τη στιγμή αποφάσισα να αναλάβω δράση. Έβγαλα φωτογραφίες του εξοπλισμού των αθλητών της Αθήνας και ως αρχιτέκτονας, έφτιαξα στους αθλητές της Θεσσαλονίκης τον σωστό εξοπλισμό που έκτοτε συνεχώς βελτιώνω». «Από το 2017, η ράμπα που φτιάχνω είναι σε επαγγελματικό επίπεδο» υπογραμμίζει, και τονίζει ότι το κόστος να κυμαίνεται από 600 ευρώ για τους αρχάριους και φτάνει μέχρι και τα 1.600 ευρώ για τις επαγγελματικές. Τα υλικά που χρησιμοποιεί για την κατασκευή του εξοπλισμού Boccia η κ. Καστρινάκη είναι ξύλο, πλέξιγκλας, χάλυβας και αλουμίνιο. «Η κατασκευή μιας ράμπας απαιτεί δύο με τρεις ημέρες, αλλά λόγω της λίστας αναμονής που υπάρχει ο εξοπλισμός αποστέλλεται στον αθλητή σε διάστημα από δύο έως και τρεις εβδομάδες» υπογραμμίζει. «Όλα τα εξαρτήματα του εξοπλισμού Boccia που φτιάχνω είναι κομμένα με λέιζερ, ώστε αν κάτι σπάσει στη χειρότερη περίπτωση, να ξέρω ποιο είναι το κομμάτι που πρέπει να στείλω, για να αντικατασταθεί από τους αθλητές», εξηγεί και προσθέτει ότι «τόσο η αντικατάσταση, όσο και η επιδιόρθωση είναι εύκολη υπόθεση, μιας και η ράμπα που στέλνω στους αθλητές συνοδεύεται από ένα 40σέλιδο εγχειρίδιο στα αγγλικά με εικόνες και λεπτομερείς πληροφορίες επιδιόρθωσης (λύνεται οποιοδήποτε πρόβλημα έχουν να αντιμετωπίσουν, ακόμη και κατά τη διάρκεια αγώνα). Προσθέτει ότι η κάθε ράμπα, με 30 κομμάτια και διετή εγγύηση, συνοδεύεται και από ένα κουτί που περιέχει τις βίδες και τα εργαλεία που χρειάζονται.
Το Boccia είναι ένα άθλημα που διεξάγεται μεταξύ δύο αθλητών, ζευγαριών ή ομάδων των τριών ατόμων έκαστη και «η νίκη για έναν αθλητή/αθλήτρια δεν προέρχεται από τη σωματική διάπλαση, αλλά από το πόσο έχει ακονίσει το μυαλό του. Είναι θέμα στρατηγικής και εξοπλισμού. Κερδίζει αυτός/ή που θα κάνει την πιο έξυπνη κίνηση και όχι ο πιο δυνατός ή γρήγορος» επισημαίνει. Το Boccia θα μπορούσε να παρομοιαστεί ως μια παραλλαγή του bowling.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ