Επίκαιρο άρθρο του αρχαιολόγου, Αθανάσιου Χρ. Μάντσιου, για την πρώτη φάση του αγώνα των κατοίκων της Σιθωνίας Χαλκιδικής εναντίον του Ομίλου Βαρδινογιάννη και της Ιεράς Μονής Ξενοφώντος του Άγιου Όρους.
Στη μνήμη του Ιωάννη Κόκκινου και του Χρήστου Μάντσιου, προέδρων του Αγίου Νικολάου και της Νικήτης αντίστοιχα που έδωσαν υπέρτατο, άμωμο κι άσπιλο αγώνα για να αποδοθεί η δικαιοσύνη στα πρώτα χρόνια της υπόθεσης .
Μια φορά κι έναν καιρό στα χρόνια της «επταετούς εθνοσωτήριας επανάστασης», ένας υφυπουργός κυριολεκτικά μια μέρα πριν την απομάκρυνση από τον θώκο της παράνομης εξουσίας του αποφάσισε να ταράξει την καθεστηκυία τάξη στη χερσόνησο της Σιθωνίας. Το όνομα αυτού, Παναγιώτης Παπαπαναγιώτης ο οποίος με την απόφαση 87589/4612/1-10-1973 αναγνώρισε μια έκταση 53800 στρεμμάτων στον «λαιμό» της Σιθωνίας ως ιδιοκτησία της Ιεράς Μονής Ξενοφώντος του Άγιου Όρους.
Η παραπάνω έκταση ανήκε στο Δημόσιο και σε κατοίκους του Αγίου Νικολάου και της Νικήτης, γεγονός που πιστοποιούταν από εκατοντάδες τουρκικούς τίτλους-ταπιά. Εν συνεχεία το μοναστήρι πουλάει την έκταση στον όμιλο Βαρδινογιάννη με το συμβόλαιο 1886/73/26-11-1973 του συμβολαιογράφου Αθηνών Θεόφιλου Σκληρού, μολονότι ήταν παράνομη η πώληση μοναστηριακών κτημάτων.
Υπολογίζοντας το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ της υπουργικής απόφασης και του συμβολαίου διαπιστώνουμε πως προκύπτει μόνο ενάμιση μήνας κατά τη διάρκεια του οποίου διεξήχθησαν οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στις δύο πλευρές. Η τιμή του στρέμματος ορίστηκε στις χίλιες δραχμές και η όλη έκταση πουλήθηκε αντί πενήντα εκατομμυρίων (Να σημειωθεί πως η τότε εκτιμούμενη αξία της πωληθείσας έκτασης ανερχόταν στο ποσό των δύο δισεκατομμυρίων δραχμών).
Φυσικά όλες αυτές οι ενέργειες πραγματοποιήθηκαν ιεροκρυφίως . Με την αποκάλυψη του σκανδάλου υπήρξε η μεγαλειώδης αντίδραση των κατοίκων του Αγίου Νικολάου και της Νικήτης από την οποία παρακινήθηκε ο τότε «υπουργός» γεωργίας της τελευταίας πραξικοπηματικής κυβέρνησης του Αδαμάντιου Ανδρουτσόπουλου, Τζώρτζης Τζωρτζάκης που με τη σύμφωνη γνώμη του συμβουλίου ιδιοκτησίας δασών εκπόνησε την απόφαση 42024/2085/4-4-1974 με την οποία ανάτρεψε την προηγούμενη του Παπαναγιώτη.
Μόλις γνωστοποιήθηκε η νέα κατάσταση στην «ιερή συμμαχία» μονής και ομίλου Βαρδινογιάννη αμέσως προσέφυγαν στο συμβούλιο της επικρατείας (Σ.Τ.Ε.) εναντίον της απόφασης του κυρίου Τζωρτζάκη που εξ αιτίας της κηρυσσόταν άκυρη η παραπάνω αγοραπωλησία. Στις 25 Νοεμβρίου του 1975 μετά την απόρριψη των προτάσεών του ο Βαρδινογιάννης απέσυρε την προσφυγή του. Το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί της προσφυγής στο «Σ.Τ.Ε» και της πρόσφατης απόφασης του εφετείου Θεσσαλονίκης αποτελεί τη σύγχρονη ιστορία της υπόθεσης και θα σας την εκθέσω σε επόμενο άρθρο μου.
Η λογική λοιπόν υπαγορεύει πως η Ιερά Μονή Ξενοφώντος θα έπρεπε να έχει κάποιες απτές αποδείξεις στα χέρια της μέσω των οποίων θα είχε τη δυνατότητα να θεμελιώσει την κυριότητα της στην έκταση των 53800 στρεμμάτων. Πράγματι μια σειρά από έγγραφα που τοποθετούνται χρονολογικά στις αρχές του 14ου αιώνα αναφέρονται στα κτήματα τα οποία είχε στην κατοχή τότε το μοναστήρι στα Ψαλιδόφουρνα, δηλαδή την περιοχή της Νικήτης και του Αγίου Νικολάου.
Το νεότερο έγγραφο ήταν μια απογραφή του 1338 την οποία πραγματοποίησε ο πανσεβάστος σεβαστός, οικείος του βασιλέως και δομέστικος των θεμάτων, Κωνσταντίνος Μακρηνός. Η απογραφή είναι ένα έγγραφο στο οποίο αναφέρονται όλα τα κτήματα, οι εγκαταστάσεις και οι δουλοπάροικοι του μοναστηριού και έχει ως στόχο την διευθέτηση φορολογικών διαφορών σε καμιά περίπτωση βέβαια σύμφωνα με το τότε βυζαντινό δίκαιο δεν επέχει θέση τίτλου.
Στην απογραφή του βυζαντινού αξιωματούχου αναφέρονται τα παρακάτω 32 τοπωνύμια:
- Ψαλίδα
- Φουρνία
- Ρύαξ , Μαύρος Κορμός
- Γωνία του Πολίτου
- Πατζού
- Δεβέσιλλα
- Χαλκόβουνον
- Τζέμτζον
- Ράσκα
- Βόρβορα
- Βουνό Λαθηρί
- Λούστρα
- Λιμήν Υπεραγίας Θεοτόκου
- Μονύδριον του αγίου Νικολάου
- Μαύρα Λιθάρια
- Δημάνου (χωριό)
- Ράχη του Μελιδόνη
- Αναπόταμος
- Μύλος του Παχέως
- Άσπρα Λιθάρια
- Ομαλία του Σπάθα
- Λάκκος του Γομάτου
- Αμπέλιον Σεργίου
- Λάκκος της Κουρελίας
- Λαφυρομάγκανα
- Αμπέλιον Βρασταμηνού
- Βάλτα
- Ρόδινη Λούστρα
- Άγιος Φωκάς
- Κοντή Λαγκάδα
- Μακριά Λαγκάδα
- Ναός ζωοποιού Τριάδος
Κανείς δεν μπορεί ν’ αμφισβητήσει πως η Μονή Ξενοφώντος είχε κάποιες ιδιοκτησίες στην περιοχή μας. Μέχρι το 1932 είχε στην κατοχή της το Ξενοφωντινό Μετόχι στον Άγιο Νικόλαο το οποίο απαλλοτριώθηκε και δόθηκε στους κατοίκους του Αγίου Νικολάου. Σε καμία περίπτωση όμως δεν είναι εφικτή η εφαρμογή της βυζαντινής απογραφής στο σημερινό ανάγλυφο της περιοχής, γιατί πέρασαν εξακόσια ογδόντα συναπτά έτη από τη συγγραφή της.
Από τα τριάντα δύο αναφερόμενα τοπωνύμια τα είκοσι δυο είναι παντελώς άγνωστα, πέντε γνωστά και τα άλλα πέντε προσομοιάζουν σε σημερινά τοπωνύμια της περιοχής. Αναφέρει σε τρείς περιπτώσεις ως σταθερό όριο, δρόμο που κατευθύνεται προς το χωριό Δημάνου που δεν υφίσταται σήμερα οπότε δεν υπάρχουν και οι δρόμοι του. Θέτει όρια χρησιμοποιώντας τοπωνύμια. Τα τοπωνύμια όμως καλύπτουν από 500 έως 1000 στρέμματα μιας περιοχής και με το πέρασμα του χρόνου μετακινούνται (π.χ. το Μελιδόνη τον αναφέρει ως ράχη, ενώ σήμερα είναι λάκκος.
Το βουνό Λαθηρί εάν έχει σχέση με την Ληθιρή της Νικήτης θα έπρεπε να ήταν λάκκος κι όχι βουνό. Πρέπει να σημειωθεί επίσης πως ακόμη και σήμερα είναι αδύνατο να χαρτογραφηθεί μια περιοχή βάσει των τοπωνυμίων της για τον απλούστατο λόγο ότι οι μαρτυρίες για την έκταση τους ποικίλουν και δεν είναι ίδιες, οπότε ακόμη κι αν σωζόταν όλα τ’ αναφερόμενα στην απογραφή τοπωνύμια και υπήρχε ένα ενιαίο κτήμα της μονής στην περιοχή, ο καθένας θα μπορούσε ν’ αυξήσει την έκτασή του βάζοντας τα όρια εκεί που του υπαγόρευε το συμφέρον του.
Αυτό όμως που προκαλεί αλγεινή εντύπωση είναι πως υπήρξαν δημόσιοι λειτουργοί των οποίων η αποστολή είναι να υπερασπίζονται τα συμφέροντα του ελληνικού λαού και με ιδιαίτερη ευκολία χάραξαν τα όρια του οικοπέδου της μονής πάνω στα 53800 στρέμματα της ιερής γης των χωριών του Αγίου Νικολάου και της Νικήτης που οι κάτοικοί τους θάβουν τους νεκρούς τους και γεννούν τα παιδιά τους εδώ και οχτακόσια χρόνια.
Αυτά τα λαμπρά τέκνα της πατρίδος μας που δεν έλαβαν υπόψη τους τις προαναφερόμενες αδυναμίες του «τίτλου» στην ακάματη προσπάθειά τους να προσκυρώσουν την έκταση στο μοναστήρι δεν λογάριασαν πως υπάρχουν κι άλλα στοιχεία που θα τους εξέθεταν και θα τους ενοχοποιούσαν μπροστά στα μάτια των κατοίκων της Σιθωνίας κι όχι μόνο.
Δεν πρόσεξαν αυτοί οι άγιοι άνθρωποι πως ο Κωνσταντίνος Μακρηνός στην απογραφή του αναφερόταν σ’ εκτάσεις που ανήκαν σε πάροικους; Δεν διέκριναν στα βυζαντινά γραπτά πως υπήρχαν εκτεταμένα δίκαια των χωριών των Φουρνίων (Αγίου Νικολάου) και της Ψαλίδας (Νικήτης), εκτάσεις δηλαδή που ήταν ιδιοκτησία των κατοίκων τους; Δεν είδαν πως μέσα στην απογραφόμενη έκταση υπήρχαν χιλιάδες στρέμματα του πανάρχαιου μετοχιού Καμάρα της μονής Παντοκράτορος; Δεν μελέτησαν τα επίσημα έγγραφα του ιστορικού αρχείου Μακεδονίας, απ’ όπου προέκυπτε πως η μονή Ξενοφώντος είχε οθωμανικούς τίτλους μόνο για χίλια διακόσια πενήντα περίπου στρέμματα; Στα ίδια επίσημα έγγραφα δεν είδαν τα ταπιά μέσω των οποίων πιστοποιούταν τα χιλιάδες στρέμματα ιδιοκτησιών των ντόπιων κατοίκων;
Το καλό βέβαια είναι πως η Θέμις, η τυφλή θεά της δικαιοσύνης που ορίζει την ισορροπία του κόσμου και την τάξη των πραγμάτων ήταν παρούσα στο εφετείο Θεσσαλονίκης όταν λαμβανόταν η απόφαση 674/2020 με την οποία απορριπτόταν η έφεση Βαρδινογιάννη και οι διεκδικήσεις της ΣΕΚΑ Α.Ε. (του Ομίλου Βαρδινογιάννη) και της Μονής Ξενοφώντος, έκτασης 53.800 στρεμμάτων στη Σιθωνία, δικαιώνοντας έτσι τους κατοίκους και το Δημόσιο σε μια υπόθεση που βασάνιζε την περιοχή για σαράντα επτά χρόνια.
Αθανάσιος Χρ. Μάντσιος
Αρχαιολόγος
Πληροφορίες για τη συγγραφή του άρθρου άντλησα από δημοσιεύσεις των κυρίων Θανάση Ξανθόπουλου, Μαυρουδή Πούλιου και Ιωακείμ Παπάγγελου στα πρώτα τεύχη της εφημερίδας «Ο ΣΙΘΩΝ», καθώς και από τις πολύ ζωηρές συζητήσεις με τον θείο μου Αντώνη Μάντσιο, πολιτικό μηχανικό και έναν από τους πρώτους πολέμιους του Βαρδινογιάννη αλλά και με τον φίλο Δημήτρη Κόκκινο, νομικό του Δήμου Σιθωνίας.