Χριστούγεννα δεν είναι μόνο η 25η Δεκεμβρίου, αλλά και ο μήνας που προηγείται των γιορτών. Δρόμοι φωτισμένοι, καφέ που σερβίρουν ζεστή σοκολάτα με υπόκρουση Σινάτρα, εμπορικά κέντρα με πολυελαίους και τεράστια ομοιώματα δώρων που κρέμονται από το ταβάνι σαν τσαμπιά από σταφύλι. Αυτή η πραγματικότητα –μιας πόλης που γιορτάζει περιμένοντας– είναι λίγο πολύ γνωστή σε όλους. Τι γίνεται όμως στην επαρχία; Πώς περνάει ο χρόνος στις περιοχές που προμηθεύουν τα αστικά κέντρα με χριστουγεννιάτικα δέντρα; Στα τέλη Νοεμβρίου επισκεφτήκαμε την ανατολική Χαλκιδική και βιώσαμε μια τελείως διαφορετική πραγματικότητα. Γνωρίσαμε τους ανθρώπους που καλλιεργούν τα έλατα στο Νεοχώρι, είδαμε πώς βγαίνει το μακεδονίτικο τσίπουρο στα καζανέματα της Μεγάλης Παναγιάς και βουτήξαμε φρυγανισμένο ψωμί σε ένα θεϊκό ελαιόλαδο στα Πυργαδίκια.
Πράξη πρώτη: Τα έλατα
Στην κεντρική και στην ανατολική Χαλκιδική η ελατοκαλλιέργεια προσφέρει ένα καλό συμπληρωματικό εισόδημα στους κατοίκους. Γνωστή ελατοπαραγωγός περιοχή είναι ο Ταξιάρχης, όμως υπάρχουν κι άλλα μέρη ταυτισμένα με το κωνοφόρο δέντρο των Χριστουγέννων, όπως το Νεοχώρι, το πιο κρύο μέρος της Χαλκιδικής, που φέτος διοργάνωσε και την πρώτη του ελατογιορτή. Φανταστείτε μια πλακόστρωτη πλατεία με φανοστάτες που βγάζουν ένα θαμπό κίτρινο φως, περιμετρικά μικρά ελατάκια και στη μέση ένα μεγάλο, γύρω από το οποίο γυναίκες ντυμένες με παραδοσιακές φορεσιές και μαύρα κεφαλομάντιλα χορεύουν χαλκιδικιώτικο συρτό. Στα τραπέζια φρέσκο γκι, γλυκό κρασί και λουβίδια (είδος φασολιού) και στο μικρόφωνο οι φορείς της περιοχής να εξηγούν στο κοινό ότι τα έλατα είναι προϊόντα καλλιέργειας και όχι καταστροφής του δάσους.
Είχαμε την ευκαιρία να επισκεφτούμε καλλιέργειες με τα λεγόμενα «αγιορείτικα έλατα», που, όπως φαίνεται από το όνομά τους, προέρχονται από τον Άθωνα. «Παλιά παίρναμε και σπόρους από το Άγιον Όρος, αλλά πια, επειδή μεγάλωσαν τα δέντρα, γίνονται κι εδώ», μας εξηγεί ο ελατοπαραγωγός Πέτρος Πολύζος, κάνοντάς μας παράλληλα μια ξενάγηση στον λασπωμένο αγρό, ανάμεσα σε δεκάδες δεντράκια, ενός μέτρου και κάτι, αστόλιστα, καταπράσινα και τόσο όμορφα στο φυσικό τους περιβάλλον. Ο κ. Πολύζος χρησιμοποιεί την ίδια ρίζα «δύο και τρεις φορές», κόβοντας ένα μέρος του ελάτου και μεταφυτεύοντάς το στο χωράφι. Προωθεί γύρω στα 800 δέντρα τον χρόνο, κατά κανόνα στην Αθήνα, και παρότι υπάρχει αγορά, θεωρεί ότι, αν δεν δοθούν κίνητρα στους νέους Νεοχωρίτες να ασχοληθούν με την ελατοκαλλιέργεια, η ντόπια παραγωγή θα συνεχίσει τη φθίνουσα πορεία της, με αποτέλεσμα κάποια στιγμή οι εγχώριες ανάγκες να καλύπτονται από τα εισαγόμενα.
Τη μεγάλη εικόνα μάς δίνει ο Αντώνης Αργυρός, ο εκπρόσωπος των ελατοπαραγωγών Νεοχωρίου. «Η ελατοκαλλιέργεια στο Νεοχώρι ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 1960, από τρεις τέσσερις πρωτοπόρους, και μετά επεκτάθηκε. Σήμερα, είμαστε 50 παραγωγοί που δίνουμε 7.500-8.000 κομμένα έλατα τον χρόνο, σε όλη την Ελλάδα, από την Κρήτη μέχρι την Αλεξανδρούπολη». Πόσο καιρό θέλει ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο μέχρι να φτάσει στο σημείο να κοπεί και να πουληθεί; «Για να φτάσει σε εμπορικό μέγεθος 2,5-3 μέτρων, χρειάζεται κατά μέσο όρο δέκα χρόνια». Υπάρχει ζήτηση για έλατα σε γλάστρα ή μόνο για κομμένα; «Τα έλατα σε γλάστρα έχουν μεγάλη ζήτηση. Βλέπουμε ότι ο κόσμος, ειδικά στα μεγάλα αστικά κέντρα, τα προτιμά, για οικολογικούς λόγους. Αυτή είναι η τάση τα τελευταία χρόνια. Μετά τις γιορτές τα πηγαίνουν στο χωριό τους ή τα φυτεύουν εθελοντικά σε περιαστικές περιοχές».
Πράξη δεύτερη: Το λάδι
Και από τα έλατα στην ελιά, και πιο συγκεκριμένα στη λαδοελιά Χαλκιδικής. Στα τέλη Νοεμβρίου, οδηγώντας στους δρόμους γύρω από τα Πυργαδίκια, βλέπεις ελαιοπαραγωγούς να τινάζουν τις ελιές στα χωράφια, σταματώντας πότε πότε για κολατσιό. Το ψάθινο καλάθι τους τα έχει όλα μέσα, ακόμα και καραμέλες για την ξαφνική… υπογλυκαιμία. Στα Πυργαδίκια βρίσκεται και το ελαιοτριβείο του Νίκου Καρανάσου και της Χριστίνας Πράπα, η οποία, μέσα στο ασταμάτητο βουητό που κάνουν τα μηχανήματα, μας παραδίδει ένα ταχύρρυθμο μάθημα ελαιοποίησης, για το πώς δηλαδή ένας τόνος ελιάς μετατρέπεται σε λάδι, μέσα σε μόλις δύο ώρες.
«Η καρδιά της ελαιοκομικής περιόδου είναι ο Νοέμβριος. Ο κάθε παραγωγός φέρνει τις ελιές του, τις στοιβάζει στις παλέτες και από εκεί τις παίρνουμε και τις ρίχνουμε σε ένα, ας το πούμε, χωνί». Έπειτα, οι ελιές μπαίνουν στο πλυντήριο, πλένονται, διαχωρίζονται από τα φύλλα και ζυγίζονται. Σειρά έχει ο σπαστήρας που τις σπάει όπως είναι, με τα κουκούτσια, «τις λιώνει, τις κάνει ζυμάρι». Το ζυμάρι τοποθετείται σε μια λεκάνη, την κοπάνα, και μετά από τρία τέταρτα οδηγείται στο ντεκάντερ, που διαχωρίζει το λάδι από το νερό και το κουκούτσι. «Πυρήνας και νερό βγαίνουν μαζί και το λάδι μόνο του. Κρατάμε το λάδι, το στέλνουμε σε έναν ακόμα διαχωριστήρα, που το καθαρίζει από ό,τι έχει μείνει (ίνες κ.λπ.). Από εκεί βγαίνει καθαρό. Το παίρνεις και το τρως». Αυτό κάνουμε κι εμείς, βουτώντας ψημένες φέτες ψωμί σε ένα ποτηράκι με χρυσοκίτρινο λάδι μιας, από ό,τι μαθαίνουμε, καλής χρονιάς από άποψη οξύτητας («όλα μας τα λάδια είναι έξτρα παρθένα, μέχρι 0,8», λένε). Μιλάμε για έναν θεϊκό μεζέ. Αξίζει μια επίσκεψη σε ελαιοτριβείο μόνο και μόνο για μια μπουκιά ψημένο ψωμί βουτηγμένο σε φρέσκο ελαιόλαδο.
Πράξη τρίτη: Το τσίπουρο
Τρίτη και τελευταία πράξη του οδοιπορικού είναι το τσίπουρο, που στη Μακεδονία αποτελεί τεράστιο κεφάλαιο. Στην πραγματικότητα λειτουργεί ως μία –ακόμα– αφορμή για να μαζευτούν γύρω από ένα τραπέζι οικογένειες, φίλοι και γνωστοί, να πιουν, να φάνε και να τσουγκρίσουν, όπως κάνουν συνεχώς και παντού. Καλεσμένοι στο τσιπουροκάζανο του Γιώργου και της Μαρίας Παπαμόσχου (στης οποίας το όνομα είναι η άδεια του άμβυκα), παρακολουθούμε τη διαδικασία παραγωγής του χαλκιδικιώτικου τσίπουρου, παραδοσιακά με γλυκάνισο, αν και τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να διαδίδεται και το «άνευ».
Το καζάνι βρίσκεται λίγο έξω από τη Μεγάλη Παναγιά (ένα χωριό όπου πολλές οικογένειες ασχολούνται με την αμπελοκαλλιέργεια) και πλην αυτής εξυπηρετεί αρκετές ακόμα περιοχές. «Έρχονται από όλη την Ανατολική Χαλκιδική – Γομάτι, Παλαιοχώρι, Νεοχώρι, Στρατονίκη, Στρατώνι», μας λέει ο Γιώργος Παπαμόσχος, ο οποίος παρασκευάζει το τσίπουρο από στέμφυλα Cabernet, Merlot και Ροδίτη, γλυκάνισο, μαστίχα Χίου και κυδώνια, αραιώνοντάς το με νερό πηγής. Όταν ετοιμαστεί το απόσταγμα, σερβίρεται μαζί με γυριστή πίτα γεμιστή με μανιτάρια, μελιτζάνες τουρσί, παντζαροσαλάτα (την αγαπούν πολύ στη Χαλκιδική), λουκάνικα Μεγάλης Παναγιάς και αγριογούρουνο. Τα μεγάλα ποτήρια γεμίζουν με κρασί μπρούσκο, το ντουέτο των μουσικών ξεκινάει και κάπως έτσι η άγνωστη χειμωνιάτικη Χαλκιδική μάς εύχεται καλά Χριστούγεννα!
Πηγή: kathimerini.gr