Συμβούλιο της Επικρατείας: Δικαιώθηκαν γονείς για παιδί που γεννήθηκε με βαριά αναπηρία

Εάν ο γυναικολόγος δεν ενημερώσει την έγκυο για την αναγκαιότητα των προγεννετικών εξετάσεων που πρέπει να υποβληθεί, αρκούμενος μόνο σε απλούς υπέρηχους και το παιδί γεννηθεί με βλάβη μη ιάσιμη και μη αντιμετωπίσιμη, όπως είναι η «φωκομέλεια», δηλαδή η ανυπαρξία κάτω άκρων από το ύψος των γονάτων, τότε οι γονείς και το παιδί δικαιούνται αποζημίωση για ηθική βλάβη που υπέστησαν, αποφάνθηκε το Συμβούλιο της Επικρατείας με μία πρωτοποριακή απόφασή του για τα Ελληνικά δεδομένα.

Η απόφαση αυτή του ΣτΕ άνοιξε το δρόμο για την διεκδίκηση αποζημιώσεων κατά των Δημοσίων και ιδιωτικών νοσοκομείων στις περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες οι γιατροί ασκούν πλημμελώς και αδιάφορα τα καθήκοντά τους. Δηλαδή, δεν ενημερώνουν, όπως θα έπρεπε, τους ασθενείς για την κατάσταση της υγείας τους, τις εξετάσεις που πρέπει να υποβληθούν, τους κινδύνους και τις συνέπειες που θα διατρέχουν εάν δεν τηρήσουν τις ιατρικές υποδείξεις, κ.λπ.

Τους δικαστές τους απασχόλησε μητέρα ήδη δύο παιδιών, η οποία επισκέφθηκε κρατικό νοσοκομείο μεγάλου νησιού και ο μαιευτήρας- γυναικολόγος διαπίστωσε ότι είναι έγκυος 8 εβδομάδων. Της υπεδείχθη να υποβληθεί σε εξετάσεις και σε υπερηχογραφικό έλεγχο που έγινε στο νοσοκομείο και της συνεστήθη να υποβληθεί σε υπερηχογράφημα σε ιδιωτικό διαγνωστικό κέντρο γιατί το νοσοκομείο δεν διέθετε τα αναγκαία μηχανήματα. Πράγματι, στον διαγνωστικό κέντρο έγινε το υπερηχογράφημα και διαπιστώθηκε «φυσιολογικός καρδιακός ρυθμός του εμβρύου», ενώ εξετάστηκε ακόμη μια φορά στα ιατρεία του νοσοκομείου. Πάντα η εξέταση γινόταν από τον ίδιο γιατρό. Στην συνέχεια γέννησε με καισαρική ένα αγοράκι με βαρεία αναπηρία, δηλαδή, με φωκομέλεια κάτω άκρων.

Κατόπιν αυτού του τραγικού γεγονότος οι γονείς αξίωσαν δικαστικά αποζημίωση τόσο για τους ίδιους όσο και για το άτυχο αγοράκι.
Συγκεκριμένα, αξίωσαν για την ηθική βλάβη του άτυχου παιδιού 410.858 ευρώ και 146.735 ευρώ ως αποζημίωση, σύμφωνα με το άρθρο 931 του Αστικού Κώδικα που προβλέπει αποζημίωση σε περίπτωση που προξενηθεί αναπηρία ή η παραμόρφωση η οποία « επιδρά στο μέλλον του». Επίσης, ζήτησαν οι γονείς από 58.700 ευρώ ο καθένας ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστησαν.

Υποστήριξαν ότι ο γιατρός ο οποίος ήταν έμπειρος, δεν διέγνωσε προγεννητικά την αναπηρία του παιδιού τους, η οποία ήταν δυνατόν να διαγνωστεί από τους πρώτους μήνες της κυήσεως, καθώς η έλλειψη μελών του εμβρύου είναι δυνατόν να διαγνωστεί από τους πρώτους μήνες. Αντίθετα μάλιστα τους διαβεβαίωνε ότι «η κύηση και η κατάσταση του κυοφορευμένου ήσαν φυσιολογικές».

Ακόμη, υποστήριξαν ότι κατά βαρεία παράβαση των καθηκόντων του δεν πραγματοποίησε ούτε συνέστησε μορφολογικού ή δεύτερου επιπέδου υπερηχογράφημα, αλλά ούτε τους ενημέρωσε για τη αναγκαιότητά του. Εάν ο γιατρός είχε διαγνώσει την ανώμαλη ανάπτυξε του εμβρύου, οι γονείς θα είχαν την δυνατότητα να αποφασίσουν για την διακοπή ή όχι της κυήσεως (έκτρωση).

Στο Διοικητικό Πρωτοδικείο και Εφετείο οι γονείς έχασαν τη δικαστική μάχη και άσκησαν αναίρεση στο ΣτΕ και δικαιώθηκαν. Συγκεκριμένα, οι σύμβουλοι Επικρατείας αναίρεσαν την εφετειακή απόφαση και ανέπεμψαν την υπόθεση για νέα κρίση.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας του Α΄ Τμήματος (πρόεδρος η αντιπρόεδρος Μαρία Καραμανώφ και εισηγήτρια η σύμβουλος Επικρατείας Όλγα Σύγουρα) από ποινικής πλευράς, αναφέρουν, ότι απαγορεύεται μεν η τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης, αλλά όταν υπάρχουν ενδείξεις σοβαρής ανωμαλίας του εμβρύου που σηματοδοτεί γέννηση «παθολογικού νεογνού», τότε η έγκυος σύμφωνα με το άρθρο 5 του Συντάγματος (ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας στην οποία περιλαμβάνεται η σωματική ελευθερία και η επιλογή ή μη της μητρότητας) έχει «τη νόμιμη δυνατότητα να σταθμίσει ελεύθερα και σύμφωνα με θρησκευτικές, φιλοσοφικές και άλλες πεποιθήσεις της αν θα συνεχίσει την εγκυμοσύνη, αποδεχόμενη τη γέννηση του «παθολογικού νεογνού» ή θα διακόψει συναινώντας στην καταστροφή του εμβρύου χάριν της ελευθερίας της και του –ανθρωπίνως- δικαιολογημένου ενδιαφέροντος της να αποκτήσει ένα υγιές παιδί». Διευκρινίζεται ότι σε αυτό πρέπει να συναινέσει και ο σύζυγος -εφόσον υπάρχει- γιατί πρόκειται για «βασικό θέμα συζυγικού βίου».

Πάντως, το ΣτΕ ξεκαθαρίζει ότι οι έννοιες «σοβαρή ανωμαλία του εμβρύου» και «παθολογικό νεογνό», πρέπει να ερμηνευτούν στενά, έτσι ώστε να καλύπτονται μόνο οι περιπτώσεις εκείνες που «πρόκειται να γεννηθεί παιδί, το οποίο πάσχει από μία βαριά νόσο ή βλάβη της υγείας του, σε κάθε περίπτωση μη ιάσιμη ή μη αντιμετώπιση ιατρικά με διορθωτική παρέμβαση».

Σύμφωνα με το ΣτΕ, η ευθύνη του νοσοκομείου για την καταβολή αποζημίωσης λόγω ηθικής βλάβης, «στοιχειοθετείται» και στην περίπτωση εκείνη κατά την οποία ο γιατρός «παραλείψει να ενημερώσει τους υποψήφιους γονείς ως προς τις ενδεδειγμένες προγεννητικές εξετάσεις προς διάγνωση τυχόν ενδείξεων σοβαρής ανωμαλίας του εμβρύου που επάγονται τη γέννηση «παθολογικού νεογνού», αλλά και της συνέπειες παραλείψεως μια εξετάσεως».
Υπογραμμίζει, τέλος το ΣτΕ, ότι παραβιάστηκε ο κανονισμός ιατρικής δεοντολογίας, καθώς η έλλειψη ενημέρωσης από την πλευρά του γιατρού για την αναγκαιότητα υπερηχογραφήματος β΄ επιπέδου, στέρησε στους γονείς το δικαίωμα επιλογής εάν θέλουν να γεννηθεί ένα παιδί με «φωκομέλεια» ή όχι.

Πηγή: protothema.gr

Exit mobile version