Εurofound: Το 61,6% των Ελλήνων λέει «ναι» στον εμβολιασμό

Μεγάλο χάσμα στην πρόθεση εμβολιασμού για τον κορονοϊό καταγράφει στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ) το Eurofound, το ίδρυμα της ΕΕ για τη Βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης και Εργασίας. Η τάση της πρόθεσης ή άρνησης του εμβολίου προκύπτει από την ανάλυση του τρίτου κύκλου της ηλεκτρονικής έρευνας για την στάση των πολιτών στη διάρκεια της πανδημίας του κορονοϊού. Το ίδρυμα διατυπώνει ανησυχία ότι το κλίμα αυτό μπορεί να υπονομεύσει την ικανότητα των κρατών-μελών να εφαρμόσουν με αποτελεσματικότητα ένα ισχυρό πρόγραμμα εμβολιασμού, που θα καλύπτει όλο τον ενήλικο πληθυσμό της Ευρώπης και θα οδηγήσει το συντομότερο δυνατό σε ανοσία της αγέλης την Ευρώπη. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, που δημοσιεύτηκε στις 10 Μαΐου, μόνο το 64% των ευρωπαίων πολιτών δηλώνουν ότι είναι «πολύ πιθανό» ή «μάλλον πιθανό» να κάνουν το εμβόλιο για τη λοίμωξη Covid-19. Οσον αφορά την αρνητική στάση, περισσότεροι από ένας στους τέσσερις (27%) δηλώνουν ότι είναι «απίθανο» ή «μάλλον απίθανο» να εμβολιαστεί. Το υπόλοιπο 9% δεν αποκαλύπτει τις προθέσεις του, επιλέγοντας την απάντηση «ούτε πιθανό, ούτε απίθανο». Ενα άλλο σημαντικό εύρημα της μελέτης είναι ότι τα ποσοστά θετικής πρόθεσης ή επιφύλαξης απέναντι στα εμβόλια παρουσιάζουν μεγάλες αποκλίσεις μεταξύ των χωρών, κάτι που δείχνει πόσο επηρεάζουν οι χειρισμοί της κάθε κυβέρνησης της κατάσταση. Στην Ιρλανδία, που βρίσκεται στην πρώτη θέση των χωρών με τη μεγαλύτερη πρόθεση εμβολιασμού, το 86,5% δηλώνει ότι πιθανότατα θα εμβολιαστεί, έναντι μόλις 35,2% της Βουλγαρίας, που είναι στην τελευταία θέση. Οι πολίτες της Βουλγαρίας δηλώνουν έντονη άρνηση (61%), έναντι μόλις 10% της Ιρλανδίας. Η Ελλάδα βρίσκεται στη μέση της λίστας, με ποσοστά κοντά στον μέσο όρο των 27 κρατών-μελών. Το 61,6% των Ελλήνων απάντησε ότι είναι «πολύ πιθανό» ή «μάλλον πιθανό» να κάνει το εμβόλιο, ενώ το 26% απάντησε πως αυτό είναι «απίθανο» ή «μάλλον απίθανο». Το 62% σημαίνει ένα καλό ποσοστό κάλυψης, αλλά δεν φτάνει το 70% που απαιτείται, σύμφωνα με τους ειδικούς, για την επιθυμητή ανοσία αγέλης. Χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ παρουσιάζουν στο σύνολό τους τα μεγαλύτερα ποσοστά άρνησης απέναντι στα εμβόλια του κορονοϊού, και αυτές της Δυτικής Ευρώπης τα μικρότερα, με αξιοσημείωτες, πάντως, τις εξαιρέσεις της Γαλλίας (38% αρνητική στάση) και της Αυστρίας (35%).

H Ελλάδα βρίσκεται ακριβώς στον μέσο όρο της Ευρώπης στη δήλωση πρόθεσης εμβολιασμού για τον κορονοϊό, Eurofound

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι διαφοροποιήσεις μεταξύ θετικής και αρνητικής στάσης απέναντι στα εμβόλια με βάση τα κοινωνικά, ηλικιακά και δημογραφικά χαρακτηριστικά των συμμετεχόντων στην έρευνα.

Σύμφωνα με το Eurofound:

Οι άνδρες είναι περισσότερο διστακτικοί (29%) στα εμβόλια σε σύγκριση με τις γυναίκες (25%).
Η ηλικιακή ομάδα 35-49 είναι περισσότερο επιφυλακτική (29%) σε σχέση με τους νεότερους από αυτήν (26%) αλλά και τους μεγαλύτερους (27%).
Μεγαλύτερα ποσοστά άρνησης παρουσιάζουν οι άνεργοι (39%) και τα άτομα με αναπηρία ή μακροχρόνιες ασθένειες (39%).
Χαμηλότερα ποσοστά άρνησης εμφανίζουν εργαζόμενοι (26%) και συνταξιούχοι (23%), αλλά και μαθητές, που δηλώνουν αντίθετοι στο εμβόλιο σε ποσοστό μόλις 13%.
Άνθρωποι που διαμένουν σε επαρχία είναι περισσότερο διστακτικοί (31%) από τους κατοίκους αστικών κέντρων (22%).

Άρνηση και κοινωνικά δίκτυα

Ακόμη ένα ενδιαφέρον εύρημα της μελέτης είναι ότι η διστακτικότητα ή η άρνηση απέναντι στα εμβόλια αυξάνεται προοδευτικά, όσο περισσότερο ασχολείται κάποιος με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και ειδικά όταν τα εμπιστεύεται για την ενημέρωσή του. Συγκεκριμένα, όσοι χρησιμοποιούν τα κοινωνικά δίκτυα για τρεις ή περισσότερες ώρες καθημερινά είναι κατά τι πιο επιφυλακτικοί απέναντι στα εμβόλια (30%) σε σχέση με αυτούς που δεν το κάνουν (26%). Το ποσοστό άρνησης εκτοξεύεται στο 40% σε όσους δηλώνουν ότι θεωρούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης βασική πηγή ενημέρωσής τους! Αντίθετα, όσοι λαμβάνουν πληροφορίες από παραδοσιακές επαγγελματικές πηγές ενημέρωσης, επιφυλάσσονται στη λήψη του εμβολίου σε ποσοστό μόλις 18%. Επίσης, όσοι έχουν προσωπική εμπειρία των επιπτώσεων της βαριάς νόσησης από Covid-19 ή γνωρίζουν κάποιον που έχει χάσει τη ζωή του από τη νόσο, παρουσιάζουν χαμηλότερα ποσοστά άρνησης (19%) σε σχέση με όσους δεν έχουν παρόμοια εμπειρία (28%).

Οι λόγοι της άρνησης

Η ανησυχία και η έλλειψη εμπιστοσύνης για την ασφάλεια των εμβολίων κυριαρχεί με ποσοστό 62% ανάμεσα στους λόγους που επικαλούνται όσοι δηλώνουν επιφυλακτικοί ή αρνητικοί στον εμβολιασμό. Το 28% των ερωτηθέντων διατυπώνουν φόβους για πιθανές ανεπιθύμητες επιδράσεις του εμβολίου στην υγεία τους, ενώ όσοι ήδη έχουν κάποια χρόνια πάθηση ή αναπηρία, παρουσιάζουν μεγαλύτερα ποσοστά διστακτικότητας. Ποσοστό που φτάνει στο 44% δηλώνει ότι ο κίνδυνος είναι υπερβολικός, ενώ το 8% απαντά ότι η Covid-19… δεν υπάρχει! Σχεδόν οι μισοί από τους τελευταίους δηλώνουν ότι ενημερώνονται από τα κοινωνικά δίκτυα.

Οι θρομβώσεις προκάλεσαν επιφυλακτικότητα

Τα ελάχιστα κρούσματα σπάνιων θρομβώσεων σε σχέση με τα ποσοστά εμβολιασμού και οι περιοριστικές αποφάσεις που έλαβαν οι χώρες της ΕΕ λόγω των περιστατικών, μέχρι να ξεκαθαριστεί η αιτιολογική σχέση, αύξησαν σημαντικά τον αριθμό των Ευρωπαίων πολιτών που ήταν διστακτικοί απέναντι στον εμβολιασμό. Οπως αναφέρεται στη μελέτη, τα ποσοστά άρνησης αυξήθηκαν κατά 34% μετά τις 11 Μαρτίου, οπότε και άρχισαν να λαμβάνονται οι αποφάσεις των χωρών και να δίνονται οι διευκρινίσεις από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Φαρμάκων για τις θρομβώσεις. Πάντως, το κλίμα αναμένεται να αναστραφεί το επόμενο διάστημα με τις καμπάνιες ενημέρωσης που θα τρέξουν, αλλά και τους κυβερνητικούς χειρισμούς της κάθε χώρας.

Πηγή: Protagon.gr

Exit mobile version