Για «βομβαρδισμό» από παράπονα καταναλωτών αναφορικά με τις νέες μορφές ψηφιακής παρενόχλησης και παράνομων χρεώσεων, που υφίστανται πολίτες, το τελευταίο διάστημα, έκανε λόγο, μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού – Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων «Πρακτορείο 104,9 FM» η αναπληρώτρια Συνήγορος Καταναλωτή και διευθύντρια του Ευρωπαϊκού Κέντρου Καταναλωτή Ελλάδος, Αθηνά Κοντογιάννη.
Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε η κ. Κοντογιάννη, καταναλωτές αντιμετωπίζουν «αυτή την πρακτική σε πάρα πολλές διαφορετικές μορφές». «Από το 2017 και μετά έχουμε έξαρση στις σχετικές καταγγελίες και κάθε χρόνο είναι μεγαλύτερος ο αριθμός των παραπόνων. Η μία βασική κατηγορία πρακτικών που ακολουθούνται είναι ότι ξαφνικά δεχόμαστε ένα sms στο κινητό μας, που μα ενημερώνει απλώς ότι έχουμε εγγραφεί συνδρομητές σε μια υπηρεσία ή ένα παιχνίδι, που για πρώτη φορά το βλέπουμε, δεν το επιθυμούμε, δεν το ζητήσαμε ποτέ», σημείωσε η κ. Κοντογιάννη.
Η δεύτερη κατηγορία των ηλεκτρονικών πρακτικών παρενόχλησης, απάτης και χρέωσης, σύμφωνα με την ίδια, έχει μια άλλη μορφή, αφού «είναι περισσότερο προωθητικής πρακτικής», δηλαδή δεχόμαστε ένα sms στο κινητό μας, «ένα sms που μας λέει ότι μπορούμε να συμμετάσχουμε σε έναν διαγωνισμό, να κερδίσουμε ένα τάμπλετ, αρκεί να ενεργοποιήσουμε το pin που μας δίνουν -και μας το ζητάνε και σε δύο στάδια, όπως απαιτεί στην πραγματικότητα ο κώδικας δεοντολογίας στις πολυμεσικές υπηρεσίες- για να μας οδηγήσουν στην εγγραφή μας ως συνδρομητών».
Αυτή η πρακτική, όπως εξήγησε η κ. Κοντογιάννη, «είναι μια παραπλανητική παράνομη ενέργεια, γιατί νομίζουμε ότι εγγραφόμαστε σε έναν συγκεκριμένο διαγωνισμό, για να μπούμε σε μια κλήρωση ή ενδεχομένως σε κάποιες άλλες περιπτώσεις ενημερωνόμαστε απλώς ότι κερδίσαμε και πρέπει να διευθετήσουμε κάποια πρακτικά ζητήματα ενεργοποιώντας σε δύο στάδια την υπηρεσία».
Εξηγώντας, δε, τη φύση της παράνομης αυτής ενέργειας, θύματα της οποίας πέφτουν πολλοί πολίτες με αυξανόμενους ρυθμούς το τελευταίο διάστημα, σημείωσε: «Όλες αυτές οι μορφές φυσικά απαιτούν μια ενσυνείδητη, με τη βούληση του καταναλωτή, ενεργοποίηση, την οποία οι καταναλωτές παραπονιούνται -στις περισσότερες περιπτώσεις- πως δεν την έχουν κάνει. Από τη στιγμή που δεν υπάρχει ενσυνείδητη ενεργοποίηση μιλάμε για παράνομη πράξη, σε αρκετές από αυτές τις περιπτώσεις υπάρχουν και στοιχεία απάτης».
Έξαρση στην Ελλάδα για μια παράνομη πρακτική με ευρώπαϊκή διάσταση
«Υπάρχει τριπλασιασμός των υποθέσεων από πέρυσι, που έχουν σχέση με πολυμεσικές υπηρεσίες. Το έχουμε καταγράψει κι αυτό που παρατηρούμε, με μεγάλο προβληματισμό, είναι ότι υπάρχει συνεχής μετεξέλιξη των τεχνικών προσέγγισης και έχουν εμφανιστεί το τελευταίο διάστημα και κάποια applications, εφαρμογές στις οποίες φέρεται να είχε εγγραφεί ο καταναλωτής ως συνδρομητής, οι οποίες δεν πληρούν τα χαρακτηριστικά της υπηρεσίας πολυμεσικής πληροφόρησης όπως τα προσδιορίζει η ΕΕΤΤ», ανέφερε ακόμα η αναπληρώτρια Συνήγορος Καταναλωτή και πρόσθεσε πως αποτέλεσμα της μη πλήρωσης των κριτηρίων αυτών είναι «να μην υπάρχει υποχρέωση να τηρηθούν και τα δύο βήματα της δέσμευσης, δηλαδή κατευθείαν με ένα ακούσιο πάτημα να δεσμεύεται ο καταναλωτής».
Για τον λόγο αυτό και ο Συνήγορος του Καταναλωτή έχει ήδη επισημάνει στην ΕΕΤΤ ότι πρέπει να επαναπροσδιοριστεί -εξαιτίας αυτών των τεχνολογικών μεταμορφώσεων και μετεξελίξεων- ακόμη και ο ορισμός της υπηρεσίας πολυμεσικής πληροφόρησης. «Οφείλουμε, δε, να πούμε στον κόσμο ότι είναι υποχρεωμένες και αυτές οι εταιρείες, που είναι αδειοδοτημένες από την ΕΕΤΤ, να έχουν μια γραμμή χωρίς αυξημένη χρέωση, την οποία μπορεί να καλεί ο καταναλωτής και να ζητά διευκρινίσεις για το πώς τον βρήκαν και τι ακριβώς συνέβη και φυσικά την υπηρεσία προστασίας προσωπικών δεδομένων, που αναζητά και επιβάλλει πρόστιμα σε περίπτωση παραβίασης προσωπικών δεδομένων», τόνισε η κ.Κοντογιάννη, που δεν παραλείπει να σημειώσει πως το πρόβλημα έχει προκύψει πανευρωπαϊκά και οι εταιρείες πολλές φορές αναπτύσσουν πρακτικές ώστε να «ξεγλιστρούν» από τα δίχτυα των αρχών.
«Έχουμε αύξηση των καταγγελιών και στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Καταναλωτή, επειδή ακριβώς η έδρα των εταιρειών αυτών, παρότι με βάση τις δικές μας έρευνας ανήκουν στον ίδιο όμιλο εταιρειών, μετακινείται είτε στην Κύπρο, είτε στη Μάλτα, είτε στην Αυστρία. Δεχόμαστε, δηλαδή, μηνύματα από πλατφόρμες που ανήκουν στον ίδιο όμιλο, αλλά τα ονόματα των εταιρειών έχουν αλλάξει και η έδρα τους βρίσκεται σε άλλες χώρες εκτός Ελλάδας και υπάρχει ένα διαρκές κυνηγητό», εξήγησε η κ. Κοντογιάννη, με την ιδιότητα και της διευθύντριας του Ευρωπαϊκού Κέντρου Καταναλωτή Ελλάδος.
Οι δράσεις του Συνηγόρου του Καταναλωτή
Αναφερόμενη στις δράσεις που έχει αναλάβει ο Συνήγορος του Καταναλωτή, μεταξύ άλλων, ανέφερε τα εξής: «Εμείς, πριν από μερικούς μήνες, στείλαμε και στον εισαγγελέα άλλη μια πολύ μεγάλη κατηγορία τέτοιων υποθέσεων, όπου με δέλεαρ τη συμμετοχή σε κάποιο διαγωνισμό για κουπόνι αξίας 500 ευρώ αγορών από συγκεκριμένα σούπερ μάρκετ, (ο καταναλωτής) εγγραφόταν στην πράξη συνδρομητής χωρίς τη βούλησή του πάλι στην υπηρεσία πολυμεσικής πληροφόρησης κι έχουμε ενημερωθεί ότι προχώρησαν οι διαδικασίες και ασκήθηκε ποινική δίωξη στην εταιρεία. Τα σούπερ μάρκετ φυσικά δεν είχαν ιδέα για όλες αυτές τις διαδικασίες και κινήθηκαν κι αυτά νομικά έναντι της συγκεκριμένης εταιρείας».
Επισήμανε, δε, και την πτυχή που αφορά τα προσωπικά δεδομένα των πολιτών: «Έχουμε καταναλωτές που έχουν ζημιωθεί από ανεπιθύμητες χρεώσεις κι έχουν μπει και σε μια ταλαιπωρία να αποκρούσουν στην πραγματικότητα όλες αυτές τις ανεπιθύμητες προσεγγίσεις -για να μην πω επιθέσεις- στα κινητά τους τηλέφωνα. Ένα ζήτημα σε όλες αυτές τις περιπτώσεις είναι πώς υπήρξε πρόσβαση στα προσωπικά δεδομένα του καταναλωτή και συγκεκριμένα στον αριθμό του κινητού του τηλεφώνου».
Ερωτηθείσα για το είδος και το πλήθος των αντιμέτρων που μπορεί να επιλέξει ο καταναλωτής, απάντησε με σαφήνεια: «ασφαλέστερο είναι, εφόσον θέλει κάποιος να είναι απολύτως προστατευμένος, να προσφύγει στην εταιρεία, στον πάροχο επικοινωνιών και να ζητήσει να μπει απόλυτη φραγή σε όλες αυτές τις πολυμεσικές υπηρεσίες».
Πρακτικά, δε, και σε ό,τι αφορά μια τέτοια ενδεχόμενη επιλογή φραγής σε όλα τα sms ή τμήμα των ειδικών αριθμών που συνδέονται με τις επονομαζόμενες Υπηρεσίες Πολυμεσικής Ενημέρωσης (ΥΠΕ), η κ. Κοντογιάννη τόνισε πως μπορεί να γίνει είτε το ένα, είτε το άλλο. «Φυσικά μπορούμε να ζητήσουμε επιλεκτικά τον αποκλεισμό συγκεκριμένων αριθμοδοτικών πόρων, όπως τους αποκαλεί η ΕΕΤΤ, αλλά αν να έχουμε ευάλωτα άτομα ή θέλουμε να είμαστε απολύτως προστατευμένοι, μπορούμε να ζητήσουμε και απολύτως τον αποκλεισμό οποιωνδήποτε EPC, υπηρεσιών πολυμεσικής πληροφόρησης».
Τόνισε, μάλιστα, πως κατόπιν παρέμβασης του Συνήγορου του Καταναλωτή, «είναι υποχρεωμένες οι εταιρείες, εφόσον τους γνωστοποιηθεί από τους καταναλωτές ότι χρήστης του συγκεκριμένου κινητού τηλεφώνου είναι κάποιο ανήλικο, να αποκλείσουν εξαρχής την πρόσβαση τέτοιων εταιρειών, επειδή δεν υπάρχει και ικανότητα διάκρισης».
Τι κάνουμε;
«Να πούμε στον κόσμο να καταγγέλλει, να μη διστάζει, ακόμη και αν είναι μικρές χρεώσεις, να ελέγχει τους λογαριασμούς, γιατί μας έρχονται πληροφορίες που κάποιες ήταν χρεωμένος για τρεις – πέντε μήνες και δεν το είχε αντιληφθεί, με αποτέλεσμα να μαζεύονται τα λεφτά, να μη διστάζει να το καταγγείλει, στην οικονομική αποζημίωση τουλάχιστον έχουμε υψηλά ποσοστά επιτυχίας», καταλήγει η διευθύντρια του Ευρωπαϊκού Κέντρου Καταναλωτή Ελλάδος.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ