Η λήψη γενετικού υλικού από κατηγορούμενο για ανάλυση DNA μπορεί να γίνει ακόμη και με τη βία, χωρίς να θίγονται τα συνταγματικά προστατευμένα δικαιώματά του, επισημαίνει σε γνωμοδότησή του ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Αθανάσιος Κονταξής.
Ο εισαγγελικός λειτουργός απαντώντας σε ερωτήματα του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, αναφέρει ότι η ανάλυση του DNA, λόγω της σπουδαιότητας αυτού του αποδεικτικού μέσου, δεν προσκρούει στις συνταγματικές επιταγές των άρθρων 2, 5, 7 και 9Α, έστω και αν γίνεται χωρίς τη συναίνεση του κατηγορούμενου. Και αυτό γιατί ο σκοπός που επιδιώκεται με τη λήψη γενετικού υλικού είναι ανώτερος – υπέρτερος από τα φερόμενα ως θιγόμενα δικαιώματα του ανθρώπου.
Η ανάλυση DNA, επιπρόσθετα, είναι σύννομη με το Σύνταγμα και τη διεθνή νομοθεσία, καθώς “το συμφέρον της ολότητας που εξυπηρετεί είναι υπέρτερο του συμφέροντος του ατόμου”.
Εξάλλου, ο εισαγγελικός λειτουργός τονίζει: “Οι ατομικές ελευθερίες δεν είναι, ούτε μπορεί να είναι απεριόριστες. Όποιος ζητάει κάτι τέτοιο είναι εκτός πραγματικότητας”.
Ο κ. Κονταξής υπογραμμίζει ότι τα διωκτικά όργανα έχουν υποχρέωση να λαμβάνουν γενετικό υλικό για ανάλυση DNA και η υποχρέωση αυτή “δεν εξαρτάται από τη θέληση του κατηγορουμένου, ο οποίος υποχρεούται να ανεχθεί τη λήψη του αναγκαίου γενετικού υλικού και, σε περίπτωση δυστροπίας, την διά της αναγκαιούσης βίας λήψη αυτού”.
Στη γνωμοδότηση αναφέρεται ακόμη: “Η ανάλυση DNA ως αποδεικτικό μέσο με την ειδική μορφή πραγματογνωμοσύνης έχει αποκλειστικό σκοπό την διαπίστωση της ταυτότητας του δράστη (διό και καλείται “γενετικό αποτύπωμα”) συγκεκριμένου εγκλήματος κατά του οποίου υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ενοχής. Επομένως προϋποθέτει τελεσθέν ήδη έγκλημα, διατάσσεται μόνο επί σοβαρών εγκλημάτων, και διεξάγεται σε κρατικό ή πανεπιστημιακό εργαστήριο, και διατάσσεται από τις διωκτικές αρχές, δηλαδή από τους ανακριτικούς υπαλλήλους, οι δε διωκτικές αρχές τελούν υπό την εποπτεία του Εισαγγελέα”.
ΠΗΓΗ: ethnos.gr