Πολιτισμός

Πέθανε ο μεγάλος γλύπτης Takis

By admin

August 09, 2019

Σε ηλικία 94 χρόνων και έχοντας απολαύσει την παγκόσμια καταξίωση, αναγνώριση και μια ακατάπαυστη δημιουργία έφυγε από τη ζωή ο γλύπτης Takis.

Άφησε την τελευταία του πνοή στο στο Γεροβουνό, στο Κ.Ε.Τ.Ε (Κέντρο Έρευνας για την Τέχνη και τις Επιστήμες), τον δικό του πρωτοποριακό χώρο τέχνης.

Ο Παναγιώτης Βασιλάκης, γνωστός παγκοσμίως ως TAKIS, αποτελεί μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της ελληνικής αλλά και της παγκόσμιας εικαστικής σκηνής.

Πρωτοπόρος της κινητικής τέχνης, ξεδίπλωσε το καλλιτεχνικό του ταλέντο μετά το πέρας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και επιβλήθηκε προσφέροντας μια διαφορετική προσέγγιση της κινητικής τέχνης. Καλλιτέχνης αυτοδίδακτος εκ πεποιθήσεως, κατάφερε να δημιουργήσει μια άρρηκτη σύνδεση ανάμεσα στην τέχνη και τις επιστήμες συνδυάζοντας στοιχεία της φύσης και της φυσικής στη γλυπτική του.

Ο Takis ως «ακάματος δουλευτής των μαγνητικών πεδίων …» εξακολουθεί μέχρι και σήμερα να πειραματίζεται και να δημιουργεί κινητικά έργα τέχνης που έχουν εμπνεύσει ζωγράφους, γλύπτες και ποιητές της γενιάς του αλλά και συγχρόνους του. Γεννημένος στην Αθήνα στις 29 Οκτωβρίου 1925, γιος μιας εύπορης οικογένειας που χρεωκοπησε, έζησε δύσκολα παιδικά χρόνια μαζί με τα έξι αδέρφια του.

Τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια συμπίπτουν με τη δικτατορία του Μεταξά και τη Γερμανική κατοχή, κατά τη διάρκεια της οποίας υπήρξε ηγετικό στέλεχος της ΕΠΟΝ, γεγονός που είχε ως συνέπεια την καταδίκη του σε εξάμηνη φυλάκιση.

Ξεκινά την καλλιτεχνική του πορεία σε ηλικία περίπου 20 ετών, παρά το γεγονός ότι η οικογένειά του δεν αποδεχόταν την κλίση του προς τις καλές τέχνες, σε ένα υπόγειο εργαστήρι, όταν έρχεται σε επαφή με τα έργα του Picasso και του Giacometti. Το 1952 δημιουργεί το πρώτο του ατελιέ με τους παιδικούς του φίλους και καλλιτέχνες Μίνω Αργυράκη και Ραϋμόνδο στην περιοχή της Ανάκασας.

Τα πρώτα έργα του Τάκι είναι προτομές από γύψο και γλυπτά από σφυρήλατο σίδηρο εμπνευσμένα και από τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό αλλά και από καλλιτέχνες όπως ο Picasso και ο Giacometti.

Στα τέλη του 1953 αναχωρεί για το Παρίσι. Το 1954, φτάνοντας στο Παρίσι εντάσσεται για λίγους μήνες στο ατελιέ του Brancusi.

Τα τρία περίπου επόμενα χρόνια ταξιδεύει και ζει ανάμεσα στο Παρίσι και στο Λονδίνο, όπου εμπνέεται και δημιουργεί τα πρώτα του κινητικά έργα.

Eντυπωσιασμένος από τα ραντάρ, τις κεραίες και τα τεχνολογικά κατασκευάσματα που κοσμούν τον σιδηροδρομικό σταθμό στο Calais της Γαλλίας, εμπνέεται και δημιουργεί τα πρώτα του Σινιάλα, τα οποία ενώ στην αρχή είναι άκαμπτα και έχουν φωτεινά σήματα στην κορυφή τους, σταδιακά αλλάζουν μορφή.

Στην κορυφή τους τοποθετούνται πυροτεχνήματα μέσω των οποίων πραγματοποιεί διάφορα street art happenings στις πλατείες του Παρισιού, αποκτούν ευελιξία, κοσμούνται με τα λεγόμενα «objets trouvés», λικνίζονται χάρη στην πνοή του ανέμου ενώ όταν κρούουν μεταξύ τους παράγουν μοναδικούς ήχους δίνοντας την αίσθηση της δόνησης των χορδών και της μελωδίας της άρπας.

Αυτοδίδακτος στην Τέχνη, την υπηρέτησε με πάθος και εξέφρασε μοναδικά την κινητική τέχνη, ως μια από τις πρωτοπορείες του 20ου αιώνα. Η αυτοβιογραφία του Τάκι έχει εκδοθεί δύο φορές. Η πρώτη φορά ήταν στο Παρίσι το 1961 από τον εκδοτικό οίκο Julliard με τίτλο “Estafilades”. Στα ελληνικά εκδόθηκε το 2005 από τις εκδόσεις Φερενίκη με τίτλο “Takis”.

Από το 1955 και μέχρι το τέλος του 1965 ο Takis, ως καλλιτεχνική διάνοια ήδη από τότε, πειραματίζεται με όλα τα στοιχεία του περιβάλλοντος και της φύσης τα οποία μας περιβάλλουν, αλλά αδυνατούμε να εντοπίσουμε με γυμνό μάτι. Αυτά τα στοιχεία θα αποτελέσουν τη βάση της καλλιτεχνικής του πορείας και εξερεύνησης καθώς χάρη σε αυτά διακρίνεται, ξεχωρίζει και καινοτομεί.

Εξερευνά τις μαγνητικές δυνάμεις και την ενέργεια των μαγνητικών πεδίων τα οποία αποτελούν ένα από τα θεμέλια του έργου του στην καλλιτεχνική του έρευνα. Πειραματίζεται με τον ηλεκτρισμό, τον ήχο και το φως όπως και άλλοι καλλιτέχνες της γενιάς των Νεο-Ρεαλιστών της δεκαετίας του 1960 στο Παρίσι. Έτσι, μέσω της τέχνης του καθιστά ορατά όλα αυτά τα αόρατα στοιχεία. Επηρεασμένος από όλα όσα αναφέρθηκαν αλλά και από τις κοσμικές δυνάμεις και την επικοινωνία με το υπερπέραν δημιουργεί Τηλεγλυπτά και Τηλεπίνακες, Τηλεφώτα, Καντράν, Μουσικά.

Την περίοδο εκείνη ταξιδεύει αρκετά συχνά σε όλα τα μεγάλα καλλιτεχνικά και μητροπολιτικά κέντρα του κόσμου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το πρώτο του ταξίδι του στις ΗΠΑ το 1961 όπου γνωρίζει τον μετέπειτα φίλο του Marcel Duchamp. Χρονιά ορόσημο της περιόδου εκείνης αποτελεί το 1960, όταν ο Takis πραγματοποιεί την performance L’Impossible – Homme dans l’Espace (Το Αδύνατον – Ο Άνθρωπος στο Διάστημα) σε συνεργασία με το φίλο του Νοτιοαφρικανό ποιητή Sinclair Beiles. Η performance πραγματοποιήθηκε στην γκαλερί Iris Clert στο Παρίσι, κατά τη διάρκεια της οποίας ο Sinclair Beiles διάβασε το περίφημο μαγνητικό του μανιφέστο: «Είμαι γλυπτό…Υπάρχουν κι άλλα γλυπτά σαν εμένα. Η κύρια διαφορά είναι ότι δε μπορούν να μιλήσουν…Θα ήθελα να δω όλες τις πυρηνικές βόμβες στη Γη να μετατρέπονται σε γλυπτά …» και «εκτοξεύεται στον αέρα» στιγμιαία αιωρούμενος από το μαγνητικό πεδίο ενός μαγνήτη που συνδέεται με τη ζώνη του.

Το 1968 μετακομίζει στη Μασσαχουσέτη όπου προσκαλείται με υποτροφία ως ερευνητής από το πανεπιστήμιο του ΜΙΤ και πιο συγκεκριμένα από το Κέντρο Προηγμένων Οπτικών Μελετών. Εκεί δημιουργεί μια σειρά από Ηλεκτρομαγνητικά γλυπτά. Μελετά την υδροδυναμική ενέργεια και δίνει μορφή στην επινόησή του με τίτλο Υδροδυναμική της Θαλάσσιας Ταλάντωσης, ενώ παράλληλα εμπνέεται και μια σειρά από Υδρομαγνητικά γλυπτά. Ριζοσπαστικός και ανατρεπτικός, συνιδρύει την περίοδο εκείνη την Ένωση Art Workers Coalition με σκοπό την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των καλλιτεχνών ενάντια στην εκμετάλλευσή τους από τους γκαλερίστες, τους εικαστικούς επιμελητές και τα μουσεία. Χαρακτηριστικό γεγονός αποτελεί η εφόρμισή του στο Mουσείο Μοντέρνας Τέχνης με σκοπό να αποσύρει ένα έργο του πριν προλάβει η ασφάλεια του Μουσείου να αντιδράσει. Η συμβολική του αυτή κίνηση γίνεται πρωτοσέλιδο στους New York Times.

Το 1974, έχοντας πλέον επιστρέψει και πάλι στο Παρίσι, ξεκινά να δημιουργεί τα Ερωτικά του γλυπτά. «La force d’attraction est le denominateur commun du magnétisme et de l’érotisme. En 1974, Takis en fait l’equitation dans une série de bronzes réalisés a partir de moulages» (Takis, monographies, Érotique, p.203).

Το 1986 επιστρέφοντας στην Ελλάδα ιδρύει το Κέντρο Ερευνών για την Τέχνη και τις Επιστήμες (KETE) στο Γεροβουνό Αττικής, του οποίου τα επίσημα εγκαίνια πραγματοποιούνται το 1993. Πολίτης του κόσμου έζησε στο Παρίσι, το Λονδίνο, τη Νέα Υόρκη, τη Ρώμη αλλά και σε σε δωμάτια ξενοδοχείων όπως το Χίλτον και η Μεγάλη Βρετανία της Αθήνας αλλά και σε θρυλικό ξενοδοχείο του Παρισιού. Μια από τις μεγαλύτερες μορφές της Τέχνης του καιρού μας. Πρόσφατα η αναδρομική του έκθεση στο Λονδίνο έκανε την βρετανική πρωτεύουσα να παραληρεί.