Στη Θεσσαλονίκη στο Principal Club Theater θα εμφανιστούν οι Manowar στις 17,18 και 19 Μαρτίου. Οι ημερομηνίες 18 και 19 είναι sold out οπότε όσοι θελήσετε να τους δείτε, ίσα ίσα που προλαβαίνεται να προμηθευτείτε εισητήριο για τις 17 του μήνα!
Το συγκρότημα υποσχέθηκε για τρείς εντελώς διαφορετικές βραδιές στους οπαδούς τους.
Πρόκειτε για την πιο δυνατή Χέβι Μέταλ μπάντα (πραγματικά παίζουν πολύ δυνατά), οπότε όσοι θέλετε να τους απολαύσετε καλό θα ήταν να έχετε και ένα ζευγάρι ωτοασπίδες μαζί σας!!!
Στη συνέχεια ακολουθεί η βιογραφία του συγκροτήματος, που την οφείλουμε στον “brave” και στην ιστοσελίδα: www.kingsofmetal.gr
Καθώς και άλλα βίντεο….
Βιογραφία
Όλα ξεκίνησαν στο Newcastle City Hall της Αγγλίας. Ένας τύπος, ονόματι Joey De Maio,δούλευε σαν τεχνικός μπάσου και πυροτεχνημάτων στην περιοδεία των Black Sabbath για το Heaven And Hell. Support σε εκείνη την περιοδεία των Sabbath ήταν μια γαλλικά μπάντα, οι Shakin’Street,οι οποίοι είχαν στις τάξεις τους έναν αμερικάνο κιθαρίστα, τον Ross Friedman (aka Ross Funicello aka Ross The Boss). Σε εκείνο το venue λοιπόν συμφώνησαν με το που γυρίσουν στις Ηνωμένες Πολιτείες να σχηματίσουν ένα συγκρότημα το οποίο θα εκπλήρωνε τα κοινά τους όνειρα κ επιθυμίες για τη δημιουργία αγνού, ατόφιου, επικού, εκθαμβωτικού, κολοσσιαίου, θριαμβευτικού HEAVY METAL,στα πρότυπα των Black Sabbath και Led Zeppelin.Και έτσι έγινε.
Με την επιστροφή τους στις Η.Π.Α. επιστρατεύουν τον παλιό παιδικό φίλο του Joey, Eric Adams ,για τη θέση των φωνητικών (τέτοια φωνή δεν θα ξαναβγεί ποτέ) και μέσω αγγελίας τον drummer Karl Kennedy.Ηχογράφησαν με αυτή τη σύνθεση ένα demo 2 τραγουδιών στην γενέτειρα πόλη του Joey και του Eric,στο Auburn της Νέας Υόρκης. Η ηχογράφηση έγινε στα Vision Studios και κόστισε μόλις 250 δολάρια…. Το demo-tape περιείχε 2 τραγούδια, τα Shell Shock και Battle Hymns, και με αυτό κατάφεραν να υπογράψουν στην EMI America.
Με μια αλλαγή στη σύνθεση τους(στη θέση του Karl Kennedy ήρθε ο Donnie Hamzik,πολωνικής καταγωγής)μπήκαν στο studio να ηχογραφήσουν το πρώτο τους δίσκο και πρώτο τους διαμάντι στην κορώνα τους ως βασιλιάδες του Heavy Metal…
Το πρώτο πράγμα που ακούς βάζοντας το δίσκο να παίξει είναι ο βρυχηθμός μιας μηχανής…Το όνομα του τραγουδιού που θα δώσει και τον τόνο που θα κινηθεί ο δίσκος είναι Death Tone…Αυτό που σου κάνει εντύπωση αμέσως είναι τα θεϊκά φωνητικά του Eric και οι απίστευτες κραυγές του. Η αρχή μιας σχολής. Η δομή του τραγουδιού είναι σχετικά απλή με βάση αυτά που θα ακολουθήσουν, αλλά οι πρώτες ακτίνες του μεγαλείου των Manowar έχουν αρχίσει να ανατέλλουν…Συνέχεια με το Metal Daze,έναν από τους συγκλονιστικότερους ύμνους που έχουν ακουστεί για αυτή τη μουσική και καλύτερο τραγούδι της πρώτης πλευράς του δίσκου. Η κιθάρα του Ross έχει πλέον αρχίσει να κεντάει και ακούγονται για πρώτη φορά χορωδιακά φωνητικά. Ο απόλυτος συναυλιακός ύμνος και η δήλωση ότι το Heavy Metal δεν είναι απλά μουσική αλλά τρόπος ζωής….Και είμαστε ακόμα στην αρχή. Τρίτο τραγούδι το Fast Taker που ακολουθεί το δρόμο που χάραξε το Death Tone,δηλαδή σε πιο απλές δομές. Για άλλη μια φορά χαζεύεις τα φωνητικά του Adams που σε κάνουν να απορείς πως θα αποδώσει στα μεγαλειώδη επικά κομμάτια που ακολουθούν. Το solo του Ross δίνει κάτι παραπάνω στο τραγούδι. Τελευταίο κομμάτι της πρώτης πλευράς και πιο σύνθετο μέχρι στιγμής είναι το Shell Shock.Οι στίχοι ξεφεύγουν λίγο με ένα κοινωνικό-πολιτικό-αντιπολεμικό περιεχόμενο. Μετά από αυτό κάνεις ένα από τα σοφότερα πράγματα στη ζωή σου.
Αλλάζεις πλευρά στο βινύλιο (ή συνεχίζεις να ακούς το cd)και πλέον δεν μπορείς να ξεφύγεις. Με το τέλος του δίσκου θα έχεις γίνει ορκισμένος οπαδός και θα μουρμουράς όρκους αιώνιας αφοσίωσης στο ειλικρινέστερο συγκρότημα που έχει βγάλει ποτέ αυτή η μουσική. Η αρχή γίνεται με το ομώνυμο τραγούδι τους συγκροτήματος. Λάθος, δεν είναι τραγούδι, είναι το μανιφέστο ενός ολόκληρου τρόπου ζωής. Ναι, το τραγούδι είναι απιστευο. Αλλά αυτό δεν είναι το σημαντικότερο. Εδώ το ζητούμενο είναι οι στίχοι. Η διακήρυξη των σκοπών του συγκροτήματος και η πρόσκληση να ταχθούν στο πλευρό τους μόνο οι πραγματικά αφοσιωμένοι…Αντέχεις τη συνέχεια;Dark Avenger.Τι να πρωτοπείς; Για τη μουσική; Φυσικά και δεν επιχειρείς να την κριτικάρεις, θα φανείς το λιγότερο αστείος. Να την περιγράψεις; Ούτε αυτό είναι εφικτό, κάποια πράγματα τα αισθάνεσαι μόνο και αυτά τα αισθήματα δεν μπορούν να περάσουν στο γραπτό λόγο. Για τους στίχους; Ο καλπασμός της φαντασίας του De Maio άρχισε… Η πιο σκληρή ιστορία εκδίκησης που έχει ειπωθεί ποτέ… Ο αδικημένος ήρωας δολοφονείται από την κυρίαρχη τάξη και σφετερίζονται τη γη του και την περιουσία του. Με το Ship Of The Lost Souls κατεβαίνει στον κάτω κόσμο και εκεί οι θεοί βλέποντας την αδικία δεν τον αφήνουν να περάσει The Gate Of Hades. Εκεί τον συναντάει ο Guardian Of The Lost Souls, ο οποίος τον διατάζει να γυρίσει πίσω για να πάρει εκδίκηση όχι μόνο για τον εαυτό του αλλά για όλες τις ψυχές αυτών που έχουν αδικηθεί και δεν μπορούν να βρουν ανάπαυση. Τον εξοπλίζει με το σπαθί Vengeance που είναι σφυρηλατημένο με τα δάκρυα όλων των αδικημένων και για να γυρίσει στον κόσμο των ζωντανών του δίνει το άλογο Black Death που τη νύχτα δεν μπορείς να το διακρίνεις, με μάτια κόκκινης φωτιάς και καλπασμό που ακούγεται σαν κεραυνός…. Όλο αυτό το κομμάτι του τραγουδιού το αφηγείται ο τεράστιος Orson Welles, δημιουργός της ταινίας Citizen Kane, της καλύτερης (ποιοτικότερης) ταινίας όλων των εποχών σύμφωνα με τους ειδικούς… Αν δεν ανατριχιάσεις με αυτή την αφήγηση, τότε δεν θα σου συμβεί ποτέ… Η συνέχεια του τραγουδιού; Burning Death Destruction… Συνέχεια με το πρώτο solo του De Maio όπου διασκευάζει ένα κομμάτι από την όπερα του Gioachino Rossini “William Tell Overture”. Άντε μετά να πάρεις στα σοβαρά κάποιους τραγικούς που μιλάνε για γραφικότητες και όλα τα σχετικά.
Η απάντηση σε αυτούς θα έρθει μετά από ένα χρόνο, άλλα αν το σκεφτείς καλύτερα, μάλλον σε ένα τραγούδι. Ίσως το καλύτερο του και ουσιαστικότερο του solo.Για την τεχνική του τα γνωστά, είναι απλησίαστη και ασχολίαστη. Μπασίστας είναι τελικά ή κιθαρίστας; Κλείσιμο του δίσκου με το ομώνυμο κομμάτι(του δίσκου). Από τα καλύτερα κομμάτια που έχουν ηχογραφηθεί για αυτή τη μουσική… Αρχίζει σιγά σιγά και όσο περνάει η ώρα, η ένταση μεγαλώνει. Το έναυσμα δίνουν τα drums του Donnie… Ο ρυθμός απίστευτος και η καλύτερη ερμηνεία του Eric για αυτό τον δίσκο. Ρεφραίν αρχικά Kill Kill και μετά Victory Victory,ίσως για αυτούς που λέγαμε πιο πριν….Ή για την εταιρεία τους που τους σταμάτησε το συμβόλαιο. Αποτέλεσμα ήταν να ματαιωθεί η προγραμματισμένη εμφάνιση τους στο Reading τον Αύγουστο του ’82.Ακούγεται κ ο στίχος Into Glory Ride…Το μαγευτικό κόψιμο στη μέση…. Τα ουράνια φωνητικά…. Η πολεμική κραυγή για το έναυσμα της καινούριας επίθεσης…. Kill Kill…. Από ’δω και πέρα μόνο By Moonlight We Ride…. Το ατέλειωτο τελείωμα…. Και μετά ο δίσκος πάλι από την αρχή… Τα καλύτερα δεν είχαν έρθει ακόμα….
Το πιο δυνατό, το πιο θορυβώδες, το πιο ασυμβίβαστο, το καλύτερο συγκρότημα του μέταλ: αυτά είναι μόνο ορισμένα από τα διθυραμβικά επίθετα που με περηφάνια προσάπτουν στην αμερικάνικη μπάντα τα εκατομμύρια των οπαδών τους στους οποίους συγκαταλέγεται και ο γράφων. Οι Manowar συνιστούν μια αρκετά ιδιάζουσα περίπτωση στην σκληρή μουσική. Όλα τα μεγάλα συγκροτήματα έχουν συνείδηση της αξίας και της προσφοράς τους στην μουσική που υπηρετούν. Οι Manowar έχουν αυτά, αλλά και κάτι παραπάνω: την επιθυμία να το τονίζουν σε κάθε ευκαιρία!
Η μουσική πρόταση των Manowar είναι συνυφασμένη με το attitude που προβάλλουν. Το κάθε τραγούδι είναι και ένας ύμνος για την μουσική υπεροχή τους έναντι όλων των άλλων συγκροτημάτων, when other bands play, Manowar kill, λέει με περισσή περηφάνια ένα απ’ αυτά τα τραγούδια! Η αυτοσυνειδησία των Manowar ότι αποτελούν κάτι το διαφορετικό στο χώρο του μέταλ γεννήθηκε σχεδόν με τον πρώτο κιόλας δίσκο τους, από το πρώτο δίσκο υπάρχει αναφορά στο όνομα του συγκροτήματος και σχεδόν έχει ήδη ξεπροβάλλει ο ασυμβίβαστος και γεμάτος δύναμη στίχος που θα κορυφωθεί στα επόμενα άλμπουμς που κατακλύζονται από μουσική γεμάτη συναίσθημα, αγέρωχο πνεύμα, επίδειξη τεχνικών ικανοτήτων και ανεπανάληπτης επαφής με το κοινό. Το κοινό των Manowar είναι τόσο δεμένο με την μπάντα σε σημείο που να γεμίζουν πολλά κορμιά με τατουάζ και λογότυπα του συγκροτήματος! Καθώς και να στέλνουν γράμματα στο αγαπημένο τους συγκρότημα υπογεγραμμένο με το ίδιο τους το αίμμα (κατι που έκανε και ο γράφων)! Άλλωστε αυτή η σχέση πίστης, θυσίας και αίματος ξεκίνησε από τα ίδια τα μέλη, όταν υπέγραψαν με το αίμα τους το πρώτο συμβόλαιο τους με δισκογραφική εταιρεία!Η μουσική των Manowar είναι ο ορισμός του έπους. Υψώνεται στον ουρανό σαν σφιγμένη γροθιά, σαν αγριεμένο ξίφος. Είναι διεγερτική, ξεσηκωτική, σφύζει από μεγαλοπρέπεια και αρρενωπότητα. Απευθύνεται σε ένα κοινό που διψά για αιώνιες αξίες: της πάλης με τους εχθρούς είτε αυτοί είναι όσοι μας ταλαιπωρούν στην καθημερινότητα, είτε αυτοί που ταλαιπωρούν τα αυτιά μας με κακή μουσική! Αποπνέει ανδρεία, λυρισμό, και μεγάλη νοσταλγία. Δεν σ’ αφήνει αμέτοχο, δεν γίνεσαι ποτέ παθητικός ακροατής της μουσικής και αυτών των στίχων- οι Manowar πέτυχαν γιατί μίλησαν στις καρδιές πολλών, είναι μια απόλυτα προσωπική μουσική που δεν μιλά αφηρημένα για κάποιες αξίες, ούτε σχολιάζει κάποια κακώς κείμενα αφ’ υψηλού. Οι Manowar είναι τόσο εξαρτημένοι από την μουσική και τα αισθητικά τους πιστεύω που μεταδίδουν δίχως κόπο την ίδια φλόγα και στους οπαδούς. Γι’ αυτό κάθε φορά που εμφανίζονται live επί σκηνής επικρατεί πανδαιμόνιο και παροξυσμός λατρείας. Όταν δε είχαν εμφανιστεί στη δεκαετία του ’90 στη Μόσχα, οι θεατές προτιμούσαν να ακούσουν live τους Manowar και όχι τον Μάικλ Τζάκσον ή τους Μπητλς!!Υπεύθυνοι γι’ αυτό, κατά κύριο λόγο, είναι τα δύο ιδρυτικά μέλη της μπάντας , ο μπασίστας και κύριος συνθέτης /στιχουργός ο Joey de Maio, του οποίου μπορείς να συγχωρέσεις όλες τις υπερβολές επί σκηνής είτε στον βίο του καθόσον πρόκειται για μεγαλοφυΐα! Το μπάσο στα χέρια του γίνεται όργανο μέσω του οποίου βρίσκουν έκφραση αρχέγονα συναισθήματα όπως η αγριότητα και η μεγαλοπρέπεια ενός αρχαίου πολεμιστή. Οι νότες που γεννά το μπάσο του de Maio μπαίνουν με τον όγκο τους βαθιά στην ψυχή του ακροατή ή του θεατή μιας συναυλίας τους- μέσα από την αγριάδα και την βαθύτητα του οργάνου αυτού, αναδύεται τελικά η μελωδική γραμμή που συνδέει τον πόλεμο με την ανδρεία, βασικά θέματα του κόσμου των Manowar. Δίπλα σ’ αυτόν, η φωνή του Eric Adams, ενός από τους πιο χαρισματικούς ερμηνευτές στη μουσική μέταλ που δεν αναδεικνύει εύκολα τραγουδιστές ως σούπερ σταρς εξαιτίας της διαφορετικής αντίληψης για το image (προβολή της συλλογικότητας και όχι της ατομικότητας) που επικρατεί, με ελάχιστες εξαιρέσεις φυσικά. Η φωνή του Adams είναι γεννημένη γι’ αυτή μόνο τη μουσική, γι’αυτούς μόνο τους στίχους: βροντώδης, μπορεί να τραγουδήσει σε εξαιρετικά υψηλές νότες, ντύνει κάθε στίχο με τη δύναμη της ψυχής του. Οι κραυγές και οι τσιρίδες του έχουν αφήσει ιστορία προκαλώντας συγκίνηση αλλά και την αίσθηση να ταυτιστείς μαζί του την ώρα που σπέρνει τον πανικό ως πολεμιστής του μέταλ! Είναι τέτοια η φωνή του ώστε δεν δίστασε να αποδώσει στο τελευταίο άλμπουμ ακόμα και άρια από όπερα του Πουτσίνι, ουδείς άλλος ίσαμε σήμερα αποτόλμησε κάτι παρόμοιο! Ο πολεμικός χαρακτήρας της στιχουργικής των Manowar δεν θα μπορούσε ν’ αποδοθεί πιστότερα παρά μόνο από την πολεμοχαρή – για το μέταλ, για την ανδρεία, για την τιμή- φωνή του Adams, που σε πείθει για την τιμιότητα και την προσήλωση σ’ αυτά που λέει.
By “brave”
Πηγή: www.kingsofmetal.gr